Τρίτη 15 Απριλίου 2014

Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ Χ στον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ


ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΚΟΣΜΟΣ

           Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ Χ στον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ                                                                 "ίνα μυηθώσιν οι αμύητοι"
              
Προκειμένου να αναζητήσουμε τον άγνωστο παράγοντα Χ στον πολιτισμό μας,
πρέπει να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας στη θέση των προϊστορικών Ελλήνων και να αντιμετωπίσουμε με την σκέψη μας τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν εκείνοι, τους χρόνους που ξεκινούσαν τον ελληνικό πολιτισμό.  Τα στοιχεία που έχουμε στην διάθεσή 
μας φαίνονται ελάχιστα ή και ασήμαντα.  Όμως η υπομονή, η φαντασία και η λογική είναι πολύτιμοι σύμμαχοι σε τέτοιες προσπάθειες και με την συντροφιά τους θα επιχειρήσουμε μία περιήγηση στο πυκνό σκοτάδι της προϊστορίας, ελπίζοντας να συναντήσουμε κάποιες ρίζες του πολιτισμού μας.  Βλέπε εδώ και εδώ.  
      Οι προϊστορικοί Έλληνες δεν γνώριζαν βέβαια ότι θα καταλήξουν να φτιάξουν ένα καταπληκτικό πολιτισμό, προσπαθούσαν όμως να βρουν κάποιες γεωγραφικές-γεωμετρικές σταθερές ώστε να μπορέσουν να συνεννοηθούν και να μπορέσουν να λειτουργήσουν, αρχικά σε μικρές και αργότερα σε μεγάλες ομάδες-κοινότητες.  Ο Σπαρτιάτης βλέπει τον ήλιο να σηκώνεται απ’ τον Πάρνωνα και ο Αθηναίος απ’ τον Υμηττό.  Δεν μπορούν να ορίσουν κοινά σημεία αφού στέκονται σε διαφορετικά μέρη της γης και βλέπουν διαφορετικούς ορίζοντες.  Δεν μπορούν να έχουν ένα κοινό κώδικα συνεννόησης που θα έχει κοινές γεωγραφικές σταθερές.
Κατά την προϊστορική εποχή, η μεγαλύτερη συγκέντρωση πληθυσμού, παρατηρείται στην Λακωνία.  Ήταν τόσο μεγάλη η πυκνότητα του πληθυσμού, ώστε όλος αυτός ο
κόσμος
δεν είναι δυνατόν να ζούσε σε μικρές ομάδες - οικογένειες.  Άρα θα είχε αρχίσει
να δημιουργείται
ένα είδος ομαδικής και κοινωνικής ζωής, με κάποιους πρώτους κανόνες.  Πρέπει να είχε αρχίσει ο κόσμος να συγκεντρώνεται σε οικισμούς και να υπήρχαν κάποιες εξουσίες.  Πρέπει να υπήρχε ήδη η έννοια της ιδιοκτησίας σε κινητά και ακίνητα.  Έτσι λοιπόν, για να φτιάξουν μόνιμους και σεβαστούς κανόνες, έπρεπε να αποκτήσουν και κάποιες γεωγραφικές σταθερές.

       ΑΝΑΤΟΛΗ  ΤΟΥ  ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ  ΚΑΙ  ΤΑΥΓΕΤΟΝ  ΟΡΟΣ
       Ποια θα ήταν όμως η πρώτη τους σταθερά που από αυτή θα ξεκινούσαν όλες οι μετρήσεις τους;  Ο Ήλιος και η Σελήνη κινούνται συνεχώς, το ίδιο και τα αστέρια.  Μόνο ένα αστέρι μένει σχεδόν ακίνητο στον ουρανό.  Πώς όμως να χρησιμοποιήσουν μία σταθερά που φαίνεται μόνο τις νύχτες;  Πώς να υπολογίσουν κατευθύνσεις και αποστάσεις από ένα αστέρι;  Αναζήτησαν τότε το ψηλότερο σταθερό μέρος στην γη της Λακωνίας.  Το μέρος αυτό έπρεπε να φαίνεται από παντού.
       Πρόσεξαν έτσι ότι ο Ταΰγετος ορθώνεται τόσο απότομα, ώστε οι ψηλότερες κορυφές 
του μοιάζουν να στέκονται στον ουρανό.  Είναι πράγματι έντονα ορατός κατά την ημέρα και μάλιστα από πολύ μακριά.  Αντίθετα ο Πάρνωνας είναι ομαλός και οι κορυφές του φαίνονται σε ορισμένες μόνο περιοχές.  Διάλεξαν λοιπόν για πρώτη σταθερά τους την ψηλότερη κορυφή του Ταϋγέτου, που φαινόταν καθαρά απ’ όλη σχεδόν την Λακωνία και που δεν κινδύνευε να σκεπασθεί ούτε ακόμα και σε περίπτωση μεγάλου κατακλυσμού.  Ανέβηκαν τότε επάνω στην κορυφή για να δουν τι βλέπουν.  Εκεί λοιπόν παρατήρησαν ότι έβλεπαν 
όχι μόνο την περιοχή που είναι ανάμεσα στον Πάρνωνα και τον Ταΰγετο αλλά και πολύ πιο πέρα.  Έβλεπαν σχεδόν ολόκληρη την Πελοπόννησο μέχρι και την Νότια Στερεά Ελλάδα, ακόμα και μερικά νησιά των Κυκλάδων καθώς και τα Κύθηρα.  Στο βάθος διέκριναν και τα ψηλά σημεία της Δυτικής Κρήτης, μέχρι τα Χανιά όπου χάνουν - χαίνουν - χάσκουν τα ιά -οπτικά βέλη.  Στην αντίθετη κατεύθυνση έβλεπαν όλη την Πελοπόννησο εκτός την Αχαϊα, που πιθανώς της έδωσαν αυτό το όνομα επειδή και εκεί οι Λάκωνες Α (απολύτως) ΧΑνουν τα ΙΑ.  
       Η καλύτερη θέα που υπάρχει στην νότια Ελλάδα και βέβαια στην Λακωνία είναι από 
την κορυφή του Ταϋγέτου.  Δεν υπάρχει άλλο μέρος που να βλέπεις τόσο μακριά και τόσο καλά.  Αλλά όχι μόνο να βλέπει κάποιος από την κορυφή αλλά κυρίως να την βλέπει, αφού 
η κορυφή (όπως και η κορυφογραμμή) διατηρεί το χιόνι μέχρι τους πρώτους ζεστούς μήνες.  Όταν μάλιστα το παλιό χιόνι γυαλίζει σαν κρύσταλλος φαίνεται από πολύ μακρύτερα.  Είχαν λοιπόν ένα άριστο σημείο αναφοράς, μία κορυφή που θα φαινόταν καθαρά από όλη την Λακωνία και πολύ πιο πέρα.
       Με βάση αυτή την κορυφή μπορούσαν πλέον να σχεδιάζουν ομόκεντρους κύκλους που οι περιφέρειές τους θα απείχαν ίσες αποστάσεις από το κέντρο-κορυφή.  Θα μπορούσαν έτσι να υπολογίζουν και την απόσταση (επί ευθείας) που είχε το κάθε μέρος από το κέντρο των κύκλων. Όμως τα σημεία που απείχαν το ίδιο απ’ το κέντρο του κύκλου ήταν πάρα πολλά, όσα δηλαδή και τα σημεία της περιφέρειας του κάθε κύκλου.  Για να προσδιορίσουν με ακρίβεια ένα σημείο στον γεωγραφικό τόπο των δύο διαστάσεων, και έχοντας ήδη ως κέντρο του κύκλου την ψηλότερη κορυφή, δεν χρειάζονταν παρά να ορίσουν την αρχική ακτίνα απ’ όπου θα άρχιζαν οι γωνιακές μετρήσεις τους.  
       Βλέποντας όμως την διάταξη των μεγαλύτερων κορυφών επάνω στην κορυφογραμμή του Ταϋγέτου, παρατήρησαν ότι αυτές βρίσκονται σε μία ευθεία.  Αυτό τους έδωσε όχι μόνο μία σταθερή κορυφή αλλά και μία σταθερή ευθεία που μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν 
ως βάση για τις μετρήσεις του κύκλου τους.  Όταν μάλιστα βρέθηκαν νύχτα στην κορυφή, πρόσεξαν ότι και το μοναδικό ακίνητο άστρο του ουρανού βρισκόταν στην νοητή προέκταση της ευθείας των μεγάλων κορυφών.  Έτσι κατάλαβαν ότι είχαν ανακαλύψει και μία δεύτερη φυσική σταθερά που σχημάτιζε ευθεία γραμμή όταν, ξεκινώντας από την ψηλότερη κορυφή και περνώντας ακριβώς από τις 14 επόμενες (λίγο άνω των 2200 μ.) προς βορρά, έφθανε μέχρι την μοναδική σταθερά του ουρανού που δεν ήταν άλλη από το ακίνητο αστέρι πέριξ 
του οποίου γύριζε όλος ο ουρανός.  Βλέπε εδώ 11ο λεπτό.
       Αυτή την απίστευτη κορυφογραμμή, που έδειχνε πάντα το κέντρο του ουρανού, δεν την κατασκεύασαν αλλά τους δόθηκε έτοιμη από την φύση, άρα ήταν θείας προέλευσης.  Αυτή 
η γραμμή που ήταν γι’ αυτούς τόσο ευνοϊκή προφανώς ονομάσθηκε ευ και θεία = ευθεία. Αλλωστε και η Ελληνική Γλώσσα γνωρίζει ότι ΕΥΘΕΙΑ = ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ = 430.  
       Έχοντας πλέον την φανερή εύνοια, άρα και την προτροπή του θείου, άρχισαν πρώτα 
να μετρούν την γη,  δηλαδή να γεω-μετρούν.  Όρισαν λοιπόν ως κέντρο του γεωγραφικού τους κύκλου την κορυφή Ταλετόν (σήμερα προφήτης Ηλίας) και την νοητή ευθεία επί των μεγάλων κορυφών ως αρχική = αρκτική ακτίνα του κύκλου.
       Ο κύκλος όμως θα ήταν πληρέστερος αν κατάφερνε να μετρήσει και τις κινήσεις των ουρανίων σωμάτων σε σχέση με τον χρόνο και τα σημεία εμφάνισης και εξαφάνησής τους 
στον ορίζοντα.  Πολύ περισσότερο όταν το Ταλετόν, λόγω υψομέτρου και θέσεως, ήταν και 
το καλύτερο σημείο για την παρατήρηση του μεγαλύτερου μέρους του ουράνιου θόλου. 
       Ο Ήλιος στην Λακωνία ερχόταν πάντα πίσω απ’ τον Πάρνωνα και έφευγε πίσω απ’ τον Ταϋγετο.  Όμως η πορεία του ήταν κάθε μέρα και διαφορετική.  Πως λοιπόν θα μετρούσαν αρχικά τον ήλιο, που με την εμφάνισή του εξαφάνιζε όλα σχεδόν τα ουράνια σώματα.  
       Πρόσεξαν λοιπόν ότι κατά τις ώρες που ο ήλιος ερχόταν σιγά-σιγά να νικήσει το σκοτάδι, αρχικά έβλεπαν τις ακτίνες του να χάνονται στον ουρανό.  Οι πρώτες ακτίνες του πάνω στην γη της Λακωνίας έπεφταν (και πέφτουν) πάντα στην ψηλότερη κορυφή του Ταϋγέτου και ξεκινώντας από ψηλά κατηφόριζαν το βουνό για να απλωθούν στον κάμπο.  Είναι γνωστή η ιστορία των αρχαίων Σπαρτιατών που, σε συναγωνισμό με τους νεαρούς απογόνους τους, δεν περίμεναν να ιδούν τον ήλιο να βγαίνει απ’ τον Πάρνωνα αλλά αντίθετα τον εντόπισαν πρώτοι στην κορυφή του Ταϋγέτου. 
       Παρατηρώντας πλέον την πρώτη εμφάνιση του ηλιακού φωτός, στο επάνω τριγωνικό μέρος της μεγάλης κορυφής και την ακολουθούσα επέκτασή του, την παρέστησαν με το σχήμα Α, όταν φώτιζε την μισή κορυφή προς τα άνω.  Έτσι σχεδίασαν το τριγωνικό σχήμα της κορυφής και το πρώτο φως που την φωτίζει από πάνω και μέχρι την μέση.  Το πρώτο αυτό επίσημο σχήμα το ταύτισαν με την ανατολή του Ηλίου και με αυτό συμβόλισαν το κέντρο του γεωγραφικού-γεωμετρικού τους κύκλου καθώς και το πρώτο γράμμα-αριθμό στον κώδικα (αλφάβητο-αρίθμηση) που τότε άρχιζαν να δημιουργούν.  Το πρώτο τους αυτό σύμβολο θα συμβόλιζε το κέντρο του κύκλου, στις μετρήσεις επάνω στην επιφάνεια της γης.  Το ίδιο όμως θα συμβόλιζε και το πρώτο γράμμα (άλφα), αλλά και τον πρώτο αριθμό (εν) και δεν μπορούσε παρά να ήταν αφιερωμένο στην καθημερινή γέννηση-ανατολή του ζωοδότη Ήλιου.  Αλλά και ο ήχος που δόθηκε στο πρώτο τους γράμμα απέδωσε τον πρώτο ήχο που βγάζει ο άνθρωπος όταν γεννιέται.  Η δύναμη του Α μπορεί να φανεί και εκ του ότι είναι το γράμμα με την μεγαλύτερη ένταση ήχου αλλά και αυτό που εκφωνείται με το στόμα εντελώς ανοικτό.  Συμβόλιζε ακόμα και το επιφώνημα του θαυμασμού κατά την πρώτη εμφάνιση του Ηλίου στην κορυφή της πυραμίδας του Ταϋγέτου.  Έτσι λοιπόν το πρώτο γράμμα, ο πρώτος αριθμός και το κέντρο του κύκλου ταυτίσθηκαν με το ίδιο σύμβολο «Α», που θα συμβόλιζε πλέον την αρχή όλων των μετρήσεων. 
       Τι θα ήταν άραγε σπουδαιότερο από την γέννηση του Ηλίου, για τους προϊστορικούς Λάκωνες;  Μήπως το Άλεφ-βόδι των Φοινίκων-Βορειοσιμητών;  Μα οι Έλληνες ουδέποτε λάτρεψαν τα ζώα και πολύ περισσότερο τα γελάδια που τα χρησιμοποιούσαν για την διατροφή και τις βαριές εργασίες τους.  Τι γίνεται λοιπόν εδώ;  Γιατί προσπαθούν να μας πείσουν ότι το ΑΛΦΑ είναι ξενόφερτο και σημαίνει βόδι;  Μήπως περνούν εμάς για βόϊδα;  
       Τι φυσικότερο για τους προϊστορικούς Λάκωνες απ’ το να τιμήσουν πρώτο τον Ήλιο, 
τον μεγαλύτερο Θεό τους (εκ του θέω = λάμπω, αστράπτω, τρέχω, πετώ, ίπταμαι και θεώμαι = θεωρώ, παρατηρώ, παρακολουθώ, κοιτάζω, θαυμάζω).
       Αν όμως το Α απεικόνιζε την όψη της τριγωνικής κορυφής κατά την ανατολή του Ηλίου, γιατί ακολούθησε το Λ;  Εδώ θα ανατρέξουμε στον Σωκράτη που μας λέει στον Κρατύλο 
του Πλάτωνος (427β) «ότι δε ολισθαίνει μάλιστα εν τω λάβδα η γλώττα κατιδών, αφομοιών ωνόμασε τα τε λεία και αυτό το ολισθάνειν και το λιπαρόν και το κολλώδες και πάντα τα τοιαύτα».  Δηλαδή “παρατηρώντας το γλίστρημα της γλώσσας στο λάμδατο χρησιμοποίησε για να ονομάσει το λείον και το ίδιο το ολισθαίνειν και το λιπαρόν και το κολλώδες και όλα τα παρόμοια".  Αν είναι έτσι, τότε και εδώ το Λ σημαίνει την ομαλή και λεία ολίσθηση των ηλιακών ακτίνων επάνω στην επιφάνεια της πυραμοειδούς κορυφής του Ταϋγέτου.  Έχουμε λοιπόν το Α να παριστάνει την πυραμίδα που μισοφωτίζεται εκ των άνω (η γραμμή στο μέσον της πυραμίδας) και το Λ (το ίδιο σχήμα χωρίς την οριζόντια γραμμή) να παριστάνει το πλήρες και ομαλό λούσιμο της πυραμίδας στο φως του Ηλίου.  Τι είναι όμως αυτό που λούζει με φως, πρώτα τις κορυφές και ύστερα όλη την Λακωνία.  
       Μήπως αυτό είναι ο ιός του Ηλίου (ιός=πάν ότι ρίπτεται, βαλλόμενον, βέλος).  Αν τώρα προσθέσουμε στα κεφαλαία Α και Λ την λέξη ΙΟΣ θα έχουμε την λέξη ΑΛΙΟΣ (δεν υπάρχουν πεζά - μικρά γράμματα προ μεγάλου Αλεξάνδρου). 
        Όμως οι Δωριείς τον Ήλιο τον έλεγαν Άλιο.  Ο Σωκράτης πάλι στον Κρατύλο του Πλάτωνος (409α) λέει για τον ήλιο: «άλιον γαρ καλούσιν οι Δωριής άλιος ουν είη μεν αν κατά το αλίζειν».  Αλίζω = (ενεργ.) συνάγω, συναθροίζω, περισυλλέγω τμήματα ενός συνόλου || (παθ.) συγκεντρώνομαι στο ίδιο σημείο, γίνομαι ένα σύνολο, συσσωματώνομαι, μαζεύομαι, συμπυκνώνομαι, συσσωρεύομαι.  Αλλά η πέτρα - πυραμίδα της κορυφής δεν είναι αυτή που αλίζει = συναθροίζει τα φωτεινά βέλη = ιά κατά την ανατολή του Ηλίου; 
       Τα Άλια ή Άλεια ή Αλίεια ή Ηλίεια ήταν σπουδαιότατη αρχαία γιορτή που γινόταν 
στην Ρόδο (το νησί του Ηλίου), με αγώνες προς τιμή του θεού Ηλίου.  Υπήρχαν μικρά και μεγάλα Αλίεια, που γίνονταν κάθε ένα ή τέσσερα χρόνια.  Στα Αλίεια στέλνονταν θεωροί (προσκυνητές) από πάρα πολλές πόλεις.  Στις πόλεις Τράλλεις και Φιλαδέλφεια της Μικράς Ασίας γιόρταζαν με το όνομα Άλ(ε)ια.   Άλιον ή Άλειον ονομαζόταν και ο πανάρχαιος ναός του Ηλίου που υπήρχε στην θέση όπου ιδρύθηκε η πόλη της Ρόδου το 408 π.Χ.  Προς τιμή του Ηλίου θυσίαζαν άλογα στην κορυφή του Ταϋγέτου (Ταλετόν ή άκρα Ηλίου ιερά), στην ακρόπολη της Κορίνθου (λεγόταν Ηλίου πόλις), καθώς και σε ψηλές κορυφές τις οποίες πρωτοθίγουν οι λάμποντες τροχοί του άρματος του Ηλίου.  Με άλλα λόγια στις κορυφές που βλέπουν την ανατολή και τις φωτίζει πρώτες ο ΑΛΙΟΣ - ΗΛΙΟΣ.  Αλαίος καλείται αργότερα και ο Απόλλων (μεταγενέστερος του Διός) θεός του Ηλίου.  Αλλά και τα γράμματα ΑΛ μέσα σε λέξεις φαίνονται να έχουν σχέση με τον Ήλιο.
       Ας υποθέσουμε τώρα ότι οι προϊστορικοί Λάκωνες, που όρισαν ως κέντρο του γεωγραφικού τους κύκλου την ψηλότερη κορυφή του Ταϋγέτου, σχεδίασαν τον κύκλο αυτό και ονόμασαν το κέντρο του Α.  Αυτό θα το έκαναν γιατί το βασικό σημείο ενός κύκλου είναι το κέντρο του και είναι λογικό να ονομάσθηκε έτσι από το πρώτο γράμμα του αλφαβήτου που ταυτίζεται και με τον πρώτο αριθμό (Α = 1).  Πολύ περισσότερο θα το έκαναν αν το γράμμα ΑΛΦΑ είχε ονομασθεί έτσι προς τιμή του Ηλίου (ΑΛ = ΑΛΙΟΣ = ΗΛΙΟΣ και ΦΑ = ΦΑΟΣ = ΦΩΣ = ΦΑΝΗ = ΦΑΝΗΣ).  Δηλαδή ΑΛ ΦΑ = ΑΛΙΟΣ Φ(Α)ΟΣ ή ΑΛΙΟΥ Φ(Α)ΟΣ 
ή ΑΛΙΟΣ ΦΑΝΗΣ ή ΑΛΙΟΥ ΦΑΝΗ (φανός, πυρσός) κλπ. 
       Οι Δωριείς χρησιμοποιούσαν ως ρίζα τόσον το θέμα ΑΛ ΑΛΙΟΣ=ΗΛΙΟΣ όσον και το ΦΑ ΦΑΟΣ = ΦΩΣ (από την ρίζα ΦΑF, κατ’ επέκτασιν της ΦΑ).  Έτσι είχαμε: ΦΑ = ΦΑ
= ΦΑFΟΣ = ΦΑΟΣ = ΦΟΩΣ = ΦΩΣ
       Εξ αυτών προκύπτει αβίαστα: 
       ΑΛ+ΦΑ = ΑΛ(ΙΟΣ) + ΦΑ(ΟΣ) = Ήλιος φως
                    ή  ΑΛ(ΙΟΥ) + ΦΑ(ΟΣ) = Ηλίου όρθρου ανατολή
                    ή  ΑΛ(ΙΟΣ) + ΦΑ(ΝΗΣ) = Ήλιος πρωτοεμφανισθείς.
                    ή  ΑΛ(ΙΟΥ) + ΦΑ(ΝΗ) = Ηλίου εμφάνιση.
                    ή  ΑΛ(ΙΟΥ) + ΦΑ(ΝΟΣ) = Ηλίου φανός, πυρσός.
       Ας εξετάσουμε τώρα μερικές λέξεις που αρχίζουν με τις ρίζες ΑΛ και ΦΑ που σχετίζονται με τον ήλιο, την θερμότητα και το φως.
       Αλαίος αλλά και Φαναίος εκλήθη ο Απόλλων.  Φαναίος (παρέχων, φέρων φώς) εκλήθη και ο Ζεύς.  Συ μοι Ζεύς ο φαναίος ήκεις διφρεύων βαλιαίσι πώλοις (Ευρ.Ρής.355). 
       Αλέη (Δωρ. Αλέα) είναι η θερμότης, ζέστη του πυρός και συνήθως του ηλίου.
       Αλεής, ές = θερμός εν τω ηλίω.   
       Αλεός, όν = αλεεινός, διάπυρος.
       Αλεάζω = είμαι θερμός.
       Αλεαίνω = θερμαίνω, γίνομαι θερμός, είμαι θερμός.
       Αλεαντικός = κατάλληλος προς θέρμανσιν.
       Αλεεινός, ή, όν = προσήλιος, αναπεπταμένος προς τον ήλιον, θερμός, ζεστός (το χρησιμοποιεί συχνά ο Αριστοτέλης επί τόπων, κλίματος, αέρος, ύδατος κτλ.).
       Άλη = η περιπλάνησις, το περιπλανάσθε άνευ εστίας ή ελπίδος αναπαύσεως, περιπλάνησις του πνεύματος, σύγχυσις, παραφροσύνη. Όμως πέραν των εννοιών αυτών προκύπτει αβίαστα η αρχική χρήση ως η αδιάκοπη περιπλάνηση του ηλίου χωρίς ελπίδα αναπαύσεως, ΑΛ-Η = ΗΛΙΟΥ ΑΥΤΗ (φαινομένη αέναος περιπλάνηση).
       Αλήιον πεδίον = η χώρα των περιπλανήσεων. 
       Αλήμων = αλήτης, πλάνης.  Σε χρήση περί πλανητών ανδρών αλλά και αστέρων.  
Γιατί όχι και περί του Ηλίου ως πλάνητος φαινομένου στον ουρανό, για όσους δεν 
γνώριζαν την αλήθεια.      
       Αληθές = το μη λήθον κατά τον Ηράκλειτο, εκ του λήθω (Δωρ.λάθω) = λανθάνω.  Αληθές είναι δει το σεμνόν (Μενάνδ.Άδηλ.478). 
       Αληθής (Δωρ. αλαθής) = μη λήθων, μη κεκρυμένος, φανερός. πραγματικός
       Αλήθεια (Δωρ.αλάθεια και Ιων. αληθείη) = το αντίθετον του ψεύδους ή του απλώς φαινομένου.  Παρ’ Ομήρω και Πινδάρω μόνον κατ’ αντίθεσιν του ψεύδους.  Παρ’ Αττικοίς ωσαύτως το ενάντιον του φαινομένου.  Δηλαδή η αλήθεια είναι η συνήθεια του Ηλίου. 
Ουδέν κρυπτόν υπό τον Ήλιον.  
       Αλάμπετος Αϊδης εκλήθη ο σκοτεινός, άνευ φωτός Άδης.   
       Αλαόω = αποτυφλώ (οφθαλμού αλαώσαι =αποτυφλώσαι).
       Αλαός = ο μη βλέπων, τυφλός.
       Αλαώπις = η σκοτεινή, μη βλέπουσα, 
       Αλαωπός ή αλαώψ = ο σκοτεινός, έχων τυφλούς οφθαλμούς. 
       Αλαωτύς είναι η τύφλωσις οφθαλμού.
       Αλαοτόκος = ο γενών τέκνα τυφλά.
       Αλαμπία είναι η έλλειψις φωτός, λάμψεως.
       Αλαμπής ηλίου = εκτός του φωτός ή των ακτίνων του ηλίου.
       Άλβος, α, ον = ο λευκός, άσπρος.
       Φαέθων εκλήθη ο λάμπων, στίλβων υιός του Ηλίου,
       Φάνας ονομάζει ο Ησύχιος τας εκλάμψεις
       Φανόν λέγει ο ίδιος το φαινόμενον, φωτεινόν και λαμπρόν.
       Φανοτάτη καλεί την φωτεινοτάτη, αλλά και τόσα άλλα με την ρίζα <φα>.
       Φάος ηελίοιο ονόμασαν την αυγή.  
       Ωσαύτως το λείπειν φάος ηελίοιο υπό τινος = το θνήσκειν. 
       Σχετικά είναι και η αλφή = τιμή και αλφισταί = άμεμπτοι, έντιμοι από τον πάντα 
έντιμο Ήλιο. 
       Ανάλογη σχέση υπάρχει και στην λέξη αλφός = λευκή τις παραλλαγή εν τω σώματι, όπως ακριβώς όταν φωτίζει ο ήλιος ένα συγκεκριμένο χώρο.  
       Ο Παυσανίας μας πληροφορεί ότι η κορυφή Ταλετόν καλείται και ¨άκρα ηλίου ιερά¨, δηλαδή είναι η ιερά άκρα (κορυφή) του ΑΛΙΟΥ - ΗΛΙΟΥ.   Άρα και το πρώτο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία απλή ένωση δύο συνηθισμένων και συνάμα σπουδαίων δωρικών λέξεων που δείχνουν τέλεια αυτό που θέλουν, δηλαδή την εμφάνιση του νεογέννητου ηλιακού φωτός, στην μεγάλη κορυφή,.  Άρα και το κέντρο του γεωγραφικού τους κύκλου δεν έπρεπε να έχει άλλον συμβολισμό εκτός του ΑΑΛ ΦΑ (ΑΛίου - ΦΑός ή ΦΑνή), αφού αυτό θα ήταν το σταθερό κέντρο επί της γης που θα μετρούσε ακριβώς τις κινήσεις του ηλιακού φωτός από την γέννηση μέχρι τον θάνατό του.  Δηλαδή έπρεπε ο κάθε κύκλος, που έφτιαχναν να δίνει τόσο τις σταθερές μετρήσεις πάνω στη γη όσο και τις μεταβλητές μετρήσεις στον ουρανό.  
       Εδώ έπρεπε να πρωτοεμφανίζεται κάθε ημέρα ο μυστηριώδης αρχέγονος Φάνης του ορφικού συστήματος, "ότι πρώτος γαρ εφάνθη".  Πέριξ αυτού έπρεπε να περιφέρεται κάθε ημερονύκτιο ολόκληρος ο ουρανός και να αντιστοιχεί με το ακίνητο κέντρο του ουράνιου θόλου, του οποίου να αποτελεί προέκταση.  Όμως τόσον ο σταθερός κύκλος επί της γης όσο και η σφαίρα παρατηρήσεων στον ουρανό, έπρεπε να δίνουν όχι μόνο τις σταθερές αλλά και τις μεταβλητές μετρήσεις και ακόμα περισσότερο να έχουν μόνιμα σταθερή σχέση μεταξύ τους.  Ποιος θα τολμούσε να χωρίσει το αιώνιο πρώτο ζεύγος (ζεύξη, ένωση) Ουρανού και Γαίας; 
       Τώρα πλέον θα προσέξουμε ότι οι μετρήσεις αυτές συνδέονται άμεσα με τον Χρόνο - Κρόνο, δηλαδή τον ενιαυτό και τις ώρες.  Όμως κατά τον Ορφέα ο μυστηριώδης Φάνης είναι "ο πρώτος εν αιθέρι φαντός" και ταυτίζεται με τον Ώρο.  Ώρος ήταν και ο ιερακόμορφος θεός του Αιγυπτιακού πανθέου που ήταν αντίστοιχος του Απόλλωνος.  
Ώροι κατά τον Ησύχιο είναι οι ενιαυτοί.  Ώραι ονομάζονταν και οι εποχές του έτους.  
Πως άραγε σχετίζονται αυτά μεταξύ τους;  Πως σχετίζεται ο χώρος με τον χρόνο;  
Τι γνώριζαν οι πρόγονοί μας σχετικά με την έννοια του χωροχρόνου;  
       Αφού οι κάτοικοι της γης έβλεπαν τον κόσμο τους να μένει σταθερός και να κινούνται 
στον ουρανό ο Ήλιος, η Σελήνη και τα άλλα ουράνια σώματα δεν είχαν παρά να μετρήσουν τις κινήσεις αυτές από κάποιο πασιφανές σταθερό σημείο, σε σχέση προς μία πασιφανή σταθερά ευθεία, που θα εκτεινόταν μέχρι κάποιο πασιφανές σταθερό σημείο στον ουρανό. Απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση ήταν ότι οι παρατηρήσεις θα γίνονταν πάντα από το 
ίδιο σταθερό σημείο, δηλαδή εδώ την ψηλότερη κορυφή του Ταϋγέτου.  Όμως αυτό ήταν πρακτικά αδύνατο αφού οι βουνοκορφές ήταν ακατοίκητες.  Έπρεπε λοιπόν να σχεδιάσουν και εφαρμόσουν ένα γεωμετρικό-γεωγραφικό σύστημα που, εκτός των άλλων, θα τους έδινε την δυνατότητα να εκμεταλλευτούν τις σπουδαίες αυτές μετρήσεις σε καθημερινή βάση και μέσα στα μέρη που κατοικούσαν.  Δηλαδή έπρεπε αρχικά να μετρούν με βάση τα ψηλά σημεία, αλλά κατόπιν να έχουν εύκολα τις μετρήσεις αυτές εκεί που ζούσαν και με προοπτικές επέκτασης πέραν του ορίζοντος.  Ας ψάξουμε λοιπόν στα ίχνη που μας 
άφησαν μήπως και καταλάβουμε κάτι περισσότερο.  
      Ας ανέβουμε κι’ εμείς στην ψηλότερη κορυφή του Ταϋγέτου και ας προσπαθήσουμε 
να καταλάβουμε πως τυχόν ονόμασαν οι πανάρχαιοι κάτοικοι της Λακωνίας τις βασικές κατευθύνσεις που έβλεπαν στον ορίζοντα.
      Στην αρχή αυτής της ανάλυσης είπαμε ότι η αρχική - αρκτική ακτίνα του γεωγραφικού τους κύκλου ακολουθεί την πορεία που έχει αφετηρία το κέντρο του κύκλου (Ταλετόν - Προφήτης Ηλίας) και δια μέσου των μεγάλων κορυφών, εκτείνεται μέχρι το μοναδικό ακίνητο αστέρι του ουρανού (Πολικό Αστέρα).  Επίσης είπαμε πώς η κατεύθυνση αυτή ονομάστηκε αρχική ή αρκτική, αφού οι λέξεις αρχική και αρκτική έχουν το ίδιο νόημα.  Αλλά και η λέξη άρκη > άρκα (θήκη = κιβωτός = ταμείο) θυμίζει την αρχή και με τη Δωρική της μορφή μας δίνει το πρώτο συνθετικό της ΑΡΚΑ-ΔΙΑΣ.  Μήπως λοιπόν είχαν δίκιο οι Αρκάδες που έλεγαν ότι στην πατρίδα τους γεννήθηκε ο Δίας;
      Την κατεύθυνση προς την αρκτική ευθεία την ονόμασαν προς άρκτον.  Αλλά και 
την περιοχή του ουρανού που έβλεπαν από πάνω της την ονόμασαν αστερισμό της μεγάλης άρκτου.  Τα δε αστέρια που έβλεπαν πιο μακριά (προς το σταθερό αστέρι) 
τα ονόμασαν αστερισμό της μικρής άρκτουΠρος Άρκτον έλεγαν όταν ήθελαν να δηλώσουν την κατεύθυνση προς τον Πολικό Αστέρα.  Την περιοχή της γης που έβλεπαν προς την αρκτική ευθεία, την ονόμασαν Αρκαδία.  Όμως η άρκτος λεγόταν και άρκος 
που σήμαινε αρκούδα και βορράς και βοήθεια και τα βουνά της Αρκαδίας έτρεφαν πλήθος τέτοιων ζώων, που προφανώς προστάτευαν τους Λάκωνες από τυχόν επιδρομείς (αρκώ = αποκρούω, προφυλάσσω, υπερασπίζω).  Άρκειον λεγόταν και λέγεται το αρκουδοβότανο. Άρκηλος ή άρκιλος λεγόταν και το νεογνό της άρκτου, που όμως σε παλαιά Λακωνική επιγραφή καλείται άρκαλος.  Μήπως αυτό μας δείχνει ότι οι Δωριείς που έδωσαν την 
ίδια ρίζα στις λέξεις άρκαλος και Αρκαδία, είχαν στον νου τους και το ίδιο ζώο (άρκτο - άρκο) και απλώς το «αρκι» το έλεγαν «αρκα»;  Μήπως η αρχαία έκφρασις «Αρκάδας μιμούμενοι», που σήμαινε τους μοχθούντας άνευ προσωπικού οφέλους, υπονοούσε τις αρκούδες που κάποτε προστάτευαν την Λακωνική γη;  Έφτιαξαν μάλιστα και τον μύθο του Αρκάδος που την μητέρα του Καλλιστώ είχε μεταμορφώσει η Ήρα σε άρκτο και που 
πήραν μαζί την θέση τους στον ουρανό, ως μικρά και μεγάλη άρκτος (οι δύο βορειότατοι αστερισμοί).  Ο ίδιος ο Αρκάς (γενάρχης των Αρκάδων) είναι ο άνθρωπος που (σύμφωνα 
με τον μύθο) γεννήθηκε από αρκούδα.  Είναι επίσης γνωστό ότι οι Αρκάδες θεωρούνται προσέληνοι, αφού υπήρχαν στην Αρκαδία πριν η Σελήνη εμφανισθεί στον ουρανό.  Τόσο παλιές είναι αυτές οι ιστορίες και τόσο παλαιοί είναι οι Αρκάδες.  Αν όμως οι Αρκάδες 
είναι τόσο παλαιοί, τότε τι είναι οι Λάκωνες;
      Ο Ευστάθιος μας λέει «Ότι δε και ου μόνον άρκτος το ζώον λέγεται συν τ αλλά και άρκος δια μόνου του κ, διείληπται και αλλαχού. και ως τα απ’ αυτής, δίχα του τ εν πολλοίς εύρηται δι’ ευφωνίαν. όθεν, και άρκιλοι τα των άρκτων είτουν άρκων νεογνά ως εν τοις περί Κύκλωπος φανείται. και Αρκάς, το, τε εθνικόν και το κύριον. και απαρκίας άνεμος 
ως εν ρητορικώ κείται λεξικώ. και η αυτού πνοή, άρκιος».  Μας λέει λοιπόν αρκετά για την σχέση άρκτου, άρκου και Αρκάδος ο Ευστάθιος και πλέον αυτών που είπαμε μας ομιλεί για τον απαρκία άνεμο και την άρκιο πνοή του.  Εδώ λοιπόν η Άρκιος πνοή και ο Άρκειος άνεμος (που επίσης συναντάται) είναι φανερό ότι σχετίζονται με την άρκον-άρκτον (βορρά) και ότι ο Απαρκίας ή Απαρκτίας άνεμος είναι αυτός που προέρχεται από την Αρκία-Αρκαδία.  Άλλωστε ο Απαρκίας άνεμος, ο Άρκειος άνεμος και η Άρκιος πνοή είναι βόρειοι άνεμοι.  Όμως για ποίους είναι βόρειοι οι άνεμοι που έρχονται από την Αρκαδία;  
Μα μόνο για τους Λάκωνες, αφού νότια της Αρκαδίας υπάρχει μόνο η Λακωνία. 
       Ουδείς, εκτός των Λακώνων, μπορεί να ονομάσει άρκιο και απαρκία τον βόρειο άνεμο.  Ουδείς, εκτός των Λακώνων, μπορεί να ονομάσει Αρκαδία την περιοχή που βλέπει προς την κατεύθυνση της άρκου - άρκτου (βορράς).  Άρα οι Λάκωνες είναι αυτοί που έδωσαν τα συγκεκριμένα ονόματα και τα συσχέτισαν με την συγκεκριμένη κατεύθυνση.   
       Οι Λάκωνες, έχοντας σύνορο την θάλασσα, ονόμασαν τον Νότο από την λέξη νοτίς = υγρασία, εξ ου και το νοτίζω = βρέχω, υγραίνω, μουσκεύω.  Οι Λάκωνες, βλέποντας την απόλυτη ευθεία των κορυφών της Αθάνατης Ράχης του Ταϋγέτου. είπαν προς Β' ΟΡΑΣ = βλέπεις.  Τι άλλο θα έλεγαν αφού στεκόντουσαν στο κέντρο του κύκλου τους, την ψηλότερη κορυφήστην Πελοπόννησο;  Από το Β' ΟΡΑΣ βγήκε 
ο Βορράς ή Βορέας.  Την αντίθετη κατεύθυνση την ονόμασαν και Μεσημβρία, σαν ευθεία προέκταση από την Μέση Βορεία.  
       Την Δύση την ονόμασαν από το τεράστιο Δέλτα που σχημάτιζε ο ίσκιος του Ηλίου κατά την Ανατολή του.  Όλα μας οδηγούν στο σίγουρο συμπέρασμα ότι τα σημεία του ορίζοντα ονομάσθηκαν από την μεγάλη κορυφή του Ταϋγέτου.  
       Είδαμε λοιπόν κάποια ονόματα, σχετικά με την ρίζα «αρκ», που δόθηκαν στην αρχική 
- αρκτική  κατεύθυνση αλλά και στους βορείους ανέμους.  Βλέπουμε πλέον την λέξη άρκη = θήκη, λάρναξ, κιβωτός να έχει το ίδιο νόημα με την δωρική άρκα, κατόπιν τροπής του 
Α σε Η.   Όμως ή άρκη θυμίζει την αρχή κατόπιν τροπής του Κ σε Χ.  Μήπως άραγε η χρονική σειρά της δημιουργίας αυτών των λέξεων ήταν άρκα - άρκη - αρχή;  Μήπως όμως με αναγραμματισμό των δύο πρώτων λέξεων δεν θα έχουμε άκρα-άκρη;  Δεν είναι φανερή η σχέση της άκρας με την άρκα και της άκρης με την άρκη;  Δεν είναι επίσης φανερό ότι η άκρη συμπίπτει με την αρχή των πραγμάτων;  Δεν είναι πλέον ολοφάνερο ότι η λέξη αρχή προήλθε από την λέξη άρκη μετά τον ανατονισμό της και την τροπή του Κ σε Χ;
       «Ταύγετον Τηϋγετον όρος Αρκαδικόν» καλεί ο Ευστάθιος το μεγάλο βουνό της Λακωνίας.  Ίσως έτσι θέλει να μας δείξει συγχρόνως την αρχική Δωρική ονομασία του όρους και την ονομασία που χρησιμοποιούσαν σε άλλες διαλέκτους μετά την τροπή του Α σε Η.  Όμως γιατί καλεί Αρκαδικό το βουνό της Λακωνίας;  Αρκαδικό βέβαια είναι κάθε τι που ανήκει στην Αρκαδία, όμως το Ταϋγετον όρος ανήκε πάντα στην Λακωνία.  Δεν το γνωρίζει αυτό ο Ευστάθιος ή μήπως προσθέτει το συγκεκριμένο επίθετο ακριβώς επειδή θέλει να δείξει ότι γνωρίζει μεγάλα μυστικά που δεν μπορεί να αποκαλύψει;  Μήπως, ξεκινώντας με την μετατροπή του Ταϋγετον σε Τηϋγετον, θέλει να δείξει ότι με τον ίδιο τρόπο μετατρέπεται και το Αρκαδικόν σε Αρχαδικόν, διά της τροπής του Κ σε Χ;  Μήπως έτσι θέλει να μας δείξει ότι από το Αρχαδικό αυτό όρος αρχίζουν οι μετρήσεις και αμέσως μετά διερχόμαστε δια της Αρχαδικής - Αρκαδικής περιοχής (άρκα-διά, Αρκα-δία);  Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις ονομασίες των πολικών περιοχών της Γης.  Γνωρίζουμε ότι η περιοχή του Νοτίου Πόλου καλείται Ανταρκτική - Ανταρχική, δηλαδή αντί της αρκτικής-αρχικής κατεύθυνσης.  
       Προς άρκον (και με την προσθήκη του τ προς άρκτον) ονόμασαν και την κατεύθυνση που άρχιζε από το κέντρο του κύκλου Α (ΑΡΚΑ – ΑΚΡΑ – ΑΚΡΗ – ΑΡΚΗ - ΑΡΧΗ), προχωρούσε προς την ασάλευτη ευθεία που έδειχναν πάντα οι μεγάλες κορυφές του Ταϋγέτου και (δια της ΑΡΚΑ - ΔΙΑΣ) κατέληγε στο μοναδικό ακίνητο αστέρι (στον αστερισμό της ΑΡΚΟΥ - ΑΡΚΤΟΥ).  Πιθανόν και το όνομα Αρκαδία να σχετίζεται με την άρκα (αρχή-κιβωτό) του Διός, όπως μας λέει και ο Αρκαδικός μύθος που θέλει τον Δία Αρκά.  Για τον Αρκά Δία ο μύθος έλεγε ότι γεννήθηκε στο Λύκαιον όρος και όχι στην Κρήτη, όπου ίσως μεταφέρθηκε αργότερα.  Γιατί και η περιοχή αρχικής προέλευσης του Αρκά Δία να μην εκλήθη Αρκαδία; 
       Έτσι λοιπόν και η σταθερή ευθεία που έβλεπαν οι Λάκωνες να έχει αρχή (άρκη) την ιερά άκρα (άρκα) του Ηλίου, να προχωρά δια της χώρας του Αρκά Δία (Αρκαδία) και να καταλήγει στην ουράνια Άρκτο (Άρκο), φαίνεται να ακολουθεί μία διαδρομή ορισμένη από συγγενικά ονόματα με κοινή την ρίζα ΑΡΚ.  Εδώ λοιπόν θα παρατηρήσουμε ότι η ευθεία προς βορρά (μεσημβρινός) διέρχεται απ’ την Αρκαδία, μόνο όταν αυτή ξεκινά απ’ την Λακωνία.  Δηλαδή μόνον κάποιος  μεσημβρινός της Λακωνίας μπορεί να αρχίζει, να διέρχεται και να καταλήγει σε τόπους με ρίζα ΑΡΚ.  Μήπως και αυτή είναι μία απόδειξη 
ότι οι Λάκωνες άρχισαν πρώτοι τις μετρήσεις και τις ονομασίες της Γης και του Ουρανού;
       Ο Ιώσηπος Φλάβιος (Ιουδαίος εκ γενεάς Φαρισαίων) μας περιγράφει στην Ιουδαϊκή αρχαιολογία που έγραψε στα Ελληνικά: «Πρότερον μεν Άρκην λεγομένην Πέτραν δε νυν ονομαζομένην.  Ενταύθα υψηλού περιέχοντος όρους αυτό αναβάς Ααρών επ’ αυτό Μωυσέος αυτώ δεδηλωκότος, ότι μέλοι τελευτάν, παντός του στρατεύματος ορώντος, κάταντες γαρ ην το χωρίον».  Δηλαδή μας εξηγεί ότι η πόλις που στην εποχή του (1ος αιών μ.Χ.) ονομαζόταν Πέτρα, παλαιότερα λεγόταν Άρκη.  Εδώ λοιπόν η Άρκη φαίνεται να μετονομάσθηκε σε Πέτρα.  Όμως η μετονομασία αυτή δεν άλλαξε την έννοια της λέξεως αλλά μόνο το όνομα.          Έτσι η ΑΡΚΗ αναγραμματιζόμενη δίνει την ΑΚΡΗ και ο Παυσανίας μας πληροφορεί 
ότι η κορυφή το Ταλετόν καλείται και ΑΚΡΑ ΗΛΙΟΥ ΙΕΡΑ.  Όμως η ΑΚΡΑ είναι η ΑΚΡΗ στα δωρικά και είναι γνωστό ότι η κορυφή Ταλετόν είναι μία πυραμοειδής πέτρα που είναι η ψηλότερη άρκα – άκρα – άκρη – άρκη - αρχή του Ταϋγέτου.  Έτσι λοιπόν μοιάζει να αντικαταστάθηκε και η πανάρχαια λέξη άρκη με την νεώτερη λέξη πέτρα, που είχε την ίδια σημασία.  Τούτο ενισχύεται και εκ του γεγονότος ότι η Άρκη - Πέτρα είναι η διατηρημένη μέχρι και σήμερα πόλις Πέτρα της Πετραίας Αραβίας, στα νότια του όρους Λίβανος.  Έχει μάλιστα μεγάλο τουριστικό ενδιαφέρον γιατί τα μνημεία της είναι σκαλισμένα επάνω στον βράχο και το όνομα Πέτρα φαίνεται να αποδίδει με ακρίβεια την μορφή της.  Όταν όμως 
ο Ιώσηπος περιγράφει την άνοδο του Ααρών επί την άρκην - πέτραν « υψηλού όρους παντός του στρατεύματος ορώντος, κατάντες γαρ ην το χωρίον », δεν μοιάζει να περιγράφει την άνοδο των Λακώνων (πολύ προ του Ααρών) στην δική τους άρκη - πέτρα (Ταλετόν), που σαν Δωριείς την καλούσαν άρκα και (μετά τον αναγραμματισμό) άκρα Ηλίου ιερά;
       Από το όνομα της ιεράς άκρας του Ηλίου (κορυφή Ταλετόν) πήρε και ο Δίας το επίθετο Ταλετίτας.  Το γεγονός αυτό μας αποδεικνύει ότι, την εποχή που πήρε το όνομά της η μεγαλύτερη κορυφή του Ταϋγέτου, δεν είχε γεννηθεί ο Απόλλων και θεός του Ηλίου ήταν ακόμα ο Δίας ο οποίος λεγόταν και Ζεύς, εκ του ζέω = βράζω – ζεματώ – εξατμίζω - υπερθερμαίνομαι.  
       Το πολύ περίεργο εδώ είναι ότι και οι δύο γνωστές ονομασίες έχουν το ίδιο άθροισμα:  
       756 = ΤΑΛΕΤΟΝ = ΑΚΡΑ ΗΛΙΟΥ ΙΕΡΑ = ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙΝ = Ή ΜΕΓΑΣ ΘΡΟΝΟΣ
Ή ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟΝ = ΑΙ ΘΕΙΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ = Η ΣΠΑΡΤΗΝΔΕ (στην Σπάρτη) = Η ΟΡΟΦΗ 
Η ΨΙΛΗ (γυμνή) = Η ΣΤΗΛΙΣ (πύργος)ΟΡΜΗΤΗΡΙΟΝ = Ο ΑΝΑΒΑΤΙΑΝΟΣ = Ο ΑΝΕΛΙΚΤΟΣ = Ο ΑΡΣΕΝΙΚΙΚΟΣ = Ο ΑΥΘΙΓΕΝΗΣ (γηγενής) = Ο ΠΕΤΡΑΣ = Ο ΕΝΑΝΤΙΟΣ = ΑΠΑΡΑΒΑΤΟΣ = ΓΙΓΑΝΤΟΛΙΘΟΣ = Ο ΑΠΕΣΤΕΙΛΕΝ = ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΠΕΙΡΑΜΑ = ΕΝΔΙΑΣΤΕΛΛΟΜΑΙ = ΟΡΕΟΒΑΤΗΣ (ορειβάτης) = ΑΡΡΕΝΟΠΟΙΟΣ = Η ΑΝΔΡΕΙΟΤΗΣ = 
Η ΑΝΤΡΟΕΙΔΗΣ = Η ΑΝΕΜΟΡΡΟΜΒΟΣ = Η ΑΝΕΠΙΔΗΚΤΟΣ (δεν προκαλεί ερεθισμό) 
Η ΕΔΑΦΟΝΟΜΗ Η ΑΡΧΕΔΙΚΗ (κατέχει κάτι εξαρχής) = Η ΜΥΤΗ = Η ΚΑΥΛΟΕΙΔΗΣ = ΕΙΚΟΝΟΑΚΤΙΣ = ΙΠΤΑΜΕΝΟΣ = ΑΠΟΣΚΙΕΡΟΣ = ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΜΟΣ = ΤΑ ΚΑΤΟΘΕΝ = Η ΜΟΝΟΣΗΜΟΣ Η ΒΕΒΑΙΟΣΥΝΗ = Η ΑΣΦΑΛΕΙΑ = Η ΚΟΣΜΗΣΙΣ (τακτοποίηση, διάταξη) = ΙΣΚΙΟΣ Η ΙΕΡΑ ΑΚΡΑ = ΙΣΚΙΟΣ ΖΕΝΙΘ ΝΑΔΙΡ = ΙΣΚΙΟΣ ΙΝΔΑΛΛΟΜΑΙ (φαίνομαι, είμαι φανερός) ΙΣΚΙΟΣ ΜΕΜΒΡΑΝΗ = ΙΣΚΙΟΣ ΑΛΛΕΠΑΛΛΗΛΑ = Ο ΙΣΚΙΟΣ ΠΟΔΙΑΙΑ (σαν πόδι) = ΙΣΚΙΟΣ ΠΑΡΕΞ {εκτός, παρεκτός («ποίος αφήνει εκεί τον τόπο, πάρεξ ὁταν ξαπλωθή;», Σολωμ.)} = ΙΣΚΙΟΣ ΙΚΕΣΙΑ = ΙΣΚΙΟΣ ΜΕΜΝΗΜΕΝΗ (ανάμνηση)ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΕΙΝΑΙ ΣΚΙΑ = Η ΣΚΙΑ ΑΠΟ ΜΕΝΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ = Η ΣΚΙΑ ΒΡΥΕΙ = ΣΚΙΑ ΔΥΟΜΑΙ Η ΣΚΙΑ ΑΓΕΤΗΣ (δωρ.ηγέτης)Η ΑΓΗΝΟΡΕΙΟΣ (επιβλητική, μεγαλοπρεπής, θαυμαστή) ΣΚΙΑ Η ΑΝΔΡΟΠΑΓΗΣ ΣΚΙΑ = Η ΣΚΙΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ = Η ΣΚΙΑ ΛΟΓΟΘΕΣΙΟΝ = Η 
ΣΚΙΑ ΕΞΑΓΓΕΛΣΙΣ = ΣΚΙΑ ΕΠΙΝΟΜΟΣ (νόμιμος, κανονικός) = ΣΚΙΑ ΕΠΙΜΟΝΟΣ = ΣΚΙΑ ΑΓΚΥΡΑ = ΣΚΙΑ ΑΓΙΑΣΜΟΣ = ΣΚΙΑ ΘΕΛΓΗΤΡΟ = ΣΚΙΑ ΔΙΑΥΛΟΙ 
       Σκίασα σκόπιμα τις λέξεις που αναφέρονται στον ίσκιο ή σκιά και είναι ισάριθμες με τις λέξεις ΤΑΛΕΤΟΝ = ΑΚΡΑ ΗΛΙΟΥ ΙΕΡΑ = 756 και διαπίστωσα ότι ταιριάζουν άψογα με την πραγματική παρουσία της δημιουργούμενης σκιάς της ιερής ηλιακής κορυφής.
       1126 = ΤΟ ΤΑΛΕΤΟΝΟΜΦΑΛΟΣ ΓΑΙΑΣ = ΑΠΑΡΑΒΑΤΟΣ ΟΙΚΟΣ = Ο ΟΙΚΟΣ ΠΕΤΡΑΣ = Η ΚΟΡΥΦΗ ΙΔΕΑ = ΒΕΒΑΙΗ ΚΟΡΥΦΗ = Ο ΟΙΚΟΣ Ο ΣΕΙΡΙΑΚΟΣ = Ο ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΟΣ = Ο ΑΚΟΥΣΜΕΝΟΣ = ΤΟ ΟΡΜΗΤΗΡΙΟΝΗΛΙΟΛΟΥΣΤΗ = ΛΑΚΩΝΙΣ ΓΑΙΑ = ΑΓΡΙΩΔΗΣ = ΑΡΧΑΝΔΡΟΣ = ΑΦΛΕΚΤΟΣ = ΑΣΤΕΡΙΣΜΟΣ Η ΔΥΑΔΙΚΟΤΗΤΑ = ΔΙΔΥΜΗΤΟΚΟΣ = ΑΝΑΣΥΝΘΕΣΙΣ = ΕΥΟΜΜΑΤΟΣ = ΑΛΛΟΚΕΝΤΡΙΣΜΟΣ = ΕΦΑΡΜΟΣΙΣ = ΣΤΑΣΑΝΔΡΟΣ = ΜΗΤΡΟΚΟΙΤΗΣ = ΜΕΤΑΠΕΜΠΤΕΟΣ = ΕΠΙΣΚΙΑΩ = ΣΤΕΦΑΝΟ * ΜΕΤΑΠΟΝΤΙΟΣ = ΜΕΤΕΞΕΤΑΣΙΣ = ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΙ ΘΕΟΙ = ΑΝΔΡΩΝΟΜΑΙ = Ο ΑΝΔΡΑΙΜΩΝ ** = ΔΙΑΙΤΑΩ (ερευνώ, εξακριβώνω, αποδεικνύω,, κυβερνώ, διατάσσω, οδηγώ) = ΕΡΥΣΑΝΤΟ (έσυραν) = ΑΕΡΟΦΟΙΤΟ = ΜΕΤΑΙΧΜΙΟΝ = ΛΟΦΙΗΤΗΣ = Η ΑΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΤΗ = Η ΑΕΡΩΔΗΣ = Η ΑΕΡΟΒΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ = ΔΟΚΙΜΑΣΙΑ ΤΟΥ = ΗΛΘΑΜΕ ΓΙΑ ΝΑ ΒΑΛΟΥΜΕ ΜΙΑ ΤΑΞΗ = ΘΕΟΣΕΒΟΥΜΕΝΟΣ = ΕΥΧΟΜΑΙ = Η ΕΥΘΕΙΑ ΙΗΣΟΥ = ΕΓΚΡΙΣΙΣ ΕΡΓΟΥ = ΤΟ ΡΟΗ ΕΡΓΟΥ = ΤΟ ΤΑ ΚΑΤΟΘΕΝ = ΤΟ ΠΕΙΡΑΜΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ Η ΠΑΙΔΑΓΩΓΗΣΗ = ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ = ΒΑΣΙΚΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ = ΕΥΜΟΡΦΙΑ = ΕΥΧΕΡΕΙΑ = ΓΕΝΝΙΕΜΑΙ ΑΜΦΙΣΣΑ = Η ΑΕΡΟΒΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ = ΗΜΕΡΟΛΟΓΩ = ΤΕΤΑΡΤΟΝ = ΕΙΚΟΣΙ ΤΕΣΣΕΡΑ = ΣΥΝΗΘΙΣΜΕΝΗ ΜΕΡΑ Ο ΕΝΝΟΜΟΣ ΤΑΞΙΣ Ο ΑΝΑΞ Ο ΕΝ ΔΕΛΦΟΙΣ (Απόλλων -Ήλιος) = Ο ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΕΚ ΤΗΣ ΠΛΑΝΗΣ = ΤΟ ΑΦΙΚΕΣΘΑΙ 
       * Βλέπε στα επόμενα το φωτεινό στεφάνι που περιβάλει τον άνθρωπο κατά την δύση του Ηλίου, στην κορυφή Ταλετόν του Ταϋγέτου όρους.  Βλέπε εδώ.  
      ** <Άμφισσα>: πόλις τής Λοκρίδος. <Αριστοτέλης> εν τή Οπουντίων πολιτεία ούτω λέγει` "Ανδραίμων δέ ήν οικιστής, Άμφισσαν δ' ωνόμασαν διά τό περιέχεσθαι τόν τόπον όρεσιν".  Ο Ανδραίμων προφανώς είναι ο άνδρας - αίμων (δαίμων, επιτήδιος, έμπειρος, πλήρης αίματος).  Όμως η ισότητα 1126 = ΤΟ ΤΑΛΕΤΟΝ = Ο ΑΝΔΡΑΙΜΩΝ ίσως δεν είναι τυχαία.  Ίσως γνώριζε ότι εκεί βρισκόταν σε απόσταση από "αμφίς τας ιεράς κορυφάς ίσα".
       Εδώ φαίνεται να μας εξηγεί πως έφυγε από το Ταλετόν ο Ανδραίμων (άνδρας πλήρης αίματος, ζωντανός) και στο μέσον της ευθείας Ταϋγέτου - Ολύμπου ίδρυσε την Άμφισσα, από όπου γεννιέται η μέτρηση της Γης και του ουρανού σαν σφαίρες ανά τέταρτο της μοίρας, όσο και η απόσταση Άμφισσας - Παρνασσού.  Ακολουθεί η διαίρεση της κίνησης του Ηλίου στον ουρανό σε 24 μέρη-ώρες, που διαιρούνται σε 60 λεπτά, ώστε κάθε λεπτό είναι ίσο με την κίνηση του Ηλίου από Παρνασσό μέχρι Άμφισσα.  Τέλος μας εξηγεί ότι πορεία μίας ημέρας από Άμφισσα προς την ανατολή είναι απόσταση μίας μοίρας επί της Γης, που αν την διανύσεις φτάνεις ακριβώς στην παραλία του Ευβοϊκού κόλπου.  
       1854 = ΚΟΡΥΦΗ ΤΑΛΕΤΟΝ = ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ = Ο ΔΙΑΜΕΣΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ 
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ = ΕΠΙΤΑΧΥΝΣΗΣΕΧΩ ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΚΕΝΤΡΟΝ ΤΟ 
ΣΧΕΔΙΟ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΘΕΙΑ ΓΛΩΣΣΑ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΚΕΝΤΡΟΝ ΠΑΤΗΡ ΤΟΥ ΚΕΝΤΡΟΝ ΟΔΗΓΟΥΝ ΣΤΟ ΘΕΟ ΚΕΝΤΡΟΝ Η ΚΡΥΠΤΗ ΛΕΛΕΓΟΣ = ΚΕΝΤΡΟΝ Η ΠΟΡΦΥΡΑ = Η ΑΕΙΧΡΟΝΙΩΣ = Η ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΣΙΑ = Η ΑΔΙΑΦΕΝΤΕΥΤΟΣ = Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ = Η ΣΩΣΤΗ ΚΡΙΣΗ = Η ΚΙΝΗΣΙΟΥΡΓΟΣ ΔΥΝΑΜΙΣ = Ο ΔΥΣΦΘΑΡΤΟΣ = Ο ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΣ = Ο ΦΙΛΟΔΩΡΟΣ = ΘΕΟΣΩΣΤΟΣ = Ο ΖΩΝ Ο ΛΟΓΟΣ ΘΕΟΥ 
       1862 = Η ΚΟΡΥΦΗ ΤΑΛΕΤΟΝ = Ο ΔΙΣΚΟΣ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥΑΝΑΤΕΛΛΩΝ ΚΕΝΤΡΟΝ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΗΓΓΙΚΕΝ Η ΟΥΡΑΝΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑ = Ο ΗΛΙΟΣ ΤΗΣ ΒΕΡΓΙΝΑΣ ΚΕΝΤΡΟΝ = ΚΕΝΤΡΟΝ Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΚΑΘΗΜΕΝΟΣ ΕΠΙ ΤΟΝ ΘΡΟΝΟΝ 
= ΚΕΝΤΡΟΝ Η ΘΕΙΑ ΓΛΩΣΣΑ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΛΥΣΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ = ΚΕΝΤΡΟΝ ΚΡΥΦΑ ΜΕΣΑ = ΚΕΝΤΡΟΝ Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ = ΔΟΡΥ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ = ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΩ 
= ΑΧΑΛΙΝΩΤΟ = Ο ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΟΣ ΠΑΛΜΟΣ = Ο ΧΕΙΡΑΓΩΓΟΣ = ΕΛΕΥΘΕΡΩΤΗΣ = ΛΟΓΟΣ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ = ΒΕΛΤΙΩΣΟΥΜΕ = ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΝΩΣΗ = Η ΔΥΝΑΜΙΣ Η ΚΙΝΗΣΙΟΥΡΓΟΣ = Η ΚΡΙΣΗ Η ΣΩΣΤΗ 
      Πέραν όμως της ισαριθμίας, ποια είναι η ετυμολογία που ονομάσθηκε Ταλετόν η μεγαλύτερη κορυφή του Ταϋγέτου;  
      Είπαμε ότι το όνομα ΤΑΛΕΤΟΝ προϋπάρχει του θεού Απόλλωνος, άρα πιθανότατα αρχικώς εγράφη με άλλη γραφή και πάντως προ του σημερινού αλφαβήτου.  Είναι ίσως 
λέξη σύνθετος με πρώτο συνθετικό την ρίζα ΤΑΛ εκ του ταλαντεύω (κινώ τι εις τον αέρα - σταθμίζω – μετρώ - αντίθετο του ισορροπώ) και τάλαντον (ζύγι – ζυγαριά - μέτρον βάρους) και ταλάντωσις (στάθμισις – ζύγισις - κίνησις επαναλαμβανόμενη).  Ως δεύτερο συνθετικό, 
το ΕΤΟΝ, μπορεί να θεωρηθεί η λέξη έτος στην γενική του πληθυντικού ανορθόγραφα.  
      Αυτό δεν πρέπει να μας εκπλήσσει σε μία τόσο παλαιά λέξη που η πρώτη γραφή της απεδόθη με ιερογλυφικά ή κάποια σφινοειδή ή γραμμική γραφή.  Άλλωστε και το έτος σαν ουδέτερο, μαζί με την ρίζα ταλ, θα το λέγαμε ΤΑΛΕΤΟΝ στην αιτιατική.  Ας ερευνήσουμε τώρα τι ήθελαν να δείξουν οι πανάρχαιοι πρόγονοί μας, όταν έδιναν την ονομασία αυτή. 
      Είναι πολύ γνωστό ότι με την ετυμολογία των λέξεων οι Έλληνες κατάφερναν να περιγράφουν αυτό που ήθελαν σε κάθε λέξη.  Έτσι και με την λέξη ΤΑΛΕΤΟΝ φαίνεται να μας δείχνουν ότι από εκεί μπορεί να παρατηρηθεί η ταλάντωση των ετών (ανορθόγραφα τώρα, αλλά με σωστό ήχο προ της σημερινής γραφής).  Τι σημαίνει όμως αυτό;  
      Ο Πολικός Αστέρας είναι το πλησιέστερο, προς τον ουράνιο πόλο, λαμπρό αστέρι. 
Για τους κατοίκους του βορείου ημισφαιρίου της Γης, το κέντρο του Ουρανού είναι σταθερό αλλά αόρατο, στον ουράνιο θόλο.  Κατά συνέπεια και ο Πολικός Αστέρας αλλάζει συνεχώς, με την πάροδο του χρόνου.  Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι ότι, λόγω πολύ μικρής περιφοράς και ανάλογα πολύ αργής περιστροφής πέριξ του αόρατου κέντρου του ουρανού, φαίνεται ακίνητος στον ουράνιο θόλο, ενώ οι άλλοι αστέρες διαγράφουν γύρω του ένα πλήρη κύκλο, κατά το διάστημα μίας ημέρας.  Στην πραγματικότητα ούτε και ο πολικός αστέρας είναι εντελώς ακίνητος και διαγράφει έναν ελάχιστο κύκλο γύρω από ένα σταθερό σημείο που αυτό είναι ο ουράνιος βόρειος πόλος.  Υπάρχει πάντα μία μικρή απόκλιση του πολικού αστέρα απ’ τον ουράνιο πόλο, που δεν γίνεται αντιληπτή χωρίς όργανα και ακριβείς υπολογισμούς.  Υπάρχει επίσης πάντα μία κυκλική κίνηση των αστέρων γύρω απ’ τον 
Πολικό Αστέρα, που και αυτός διαγράφει ένα μικρό κύκλο κάθε 25.800 χρόνια.  
      Με τον τρόπο αυτό θα ήταν αδύνατο, για τους ανθρώπους εκείνης της εποχής, να εντοπίσουν τις κινήσεις αυτές των βορείων αστέρων που είχαν περιοδικότητα πάρα 
πολλών ετών και όχι ημερών ή έτους.  Θα χρειάζονταν πάρα πολλές γενιές παρατηρητών για να επαληθεύσουν την περίοδο παλινδρόμησης αυτών των αστέρων.  Η ανθρώπινη προσπάθεια έπρεπε να μετρήσει την ακριβή τους ταλάντωση, μέσα στο πέρασμα των ετών.  Μόνον έτσι θα γνώριζαν πότε ακριβώς οι αστέρες αυτοί θα επαναλάμβαναν τις κινήσεις που είχαν διαγράψει προ πολλών-πολλών ετών.  Μόνον έτσι θα μπορούσαν να προβλέψουν με ακρίβεια την διαδοχή των Πολικών Αστέρων και των αστερισμών στο κέντρο του ουράνιου κύκλου.  Μόνον έτσι θα γνώριζαν την σειρά διαδοχής των ηγετών αστέρων του ουρανού, μέσα στο πέρασμα των ετών.  Λέτε να έχει σχέση με αυτό και η ονομασία Ταϋγετον όρος;  Λέτε να μας πληροφορεί με το όνομά του ότι γνωρίζει και ορίζει ΤΑ ΗΓΕΤΩΝ, δηλαδή την σειρά και διάρκεια που θα ηγηθεί ή θα ακολουθήσει, κάθε αστέρας και αστερισμός.
      Σήμερα πολικός αστέρας είναι ο αστέρας α' της Μικράς Άρκτου.  Πριν από 3000 χρόνια ήταν ο α' του Δράκοντα.  Κατά την γέννηση του Χριστού ήταν ο β' της Μικράς Άρκτου.  
Κατά το έτος 7000 μ.Χ. πολικός αστέρας θα είναι ο α' του Κηφέα και το 14000 μ.Χ. ο λαμπρότερος αστέρας του βορείου ημισφαιρίου, δηλαδή ο α' της Λύρας (Βέγας).  Σήμερα ο πολικός αστέρας απέχει 10 6’ από τον ακριβή βόρειο πόλο της ουράνιας σφαίρας, τον οποίο θα πλησιάζει συνεχώς μέχρι το έτος 2095 που θα φθάσει στην μικρότερη απόσταση των 26’ και 30’’.  Μετά από αυτή την προσέγγιση, θα αρχίσει να απομακρύνεται παραχωρώντας σιγά - σιγά την θέση του στον επόμενο πολικό αστέρα.   
      Εμείς τώρα γνωρίζουμε με ακρίβεια τις αποκλίσεις, την μακρόχρονη διαδρομή και 
την περίοδο επανάληψης της θέσης του κάθε αστέρος σε σχέση με τον ουράνιο πόλο και μπορούμε έτσι να υπολογίσουμε πότε ακριβώς συνέβη ή θα συμβεί μία συγκεκριμένη θέση, σε διάστημα πολλών ετών.  Όμως πότε και που άρχισαν όλα αυτά;  Ποιοι ήταν οι σοφότεροι αστρονόμοι;  Γνώριζαν περισσότερα οι Βαβυλώνιοι, οι Αιγύπτιοι ή οι Έλληνες;  Υπήρχαν άραγε κάποια μεγάλα μυστικά που δεν γνώριζαν παρά μόνον οι μύστες; 
      Όταν κάποιος μπορούσε να προβλέψει τις κινήσεις των αστέρων, πότε και πού θα σκοτεινιάσει ο Ήλιος και η Σελήνη ή πότε θα εμφανισθεί κάτι απρόσμενο στον ουρανό, αποκτούσε μεγάλη αναγνώριση στον κόσμο που ζούσε.  Αυτός ήταν ένας βασικός λόγος 
που οι μύστες δεν έλεγαν τα μυστικά τους.  Όμως και σε περιπτώσεις που κάποιοι έλεγαν μυστικά (όχι μόνο αστρονομικά) απειλούνταν με μεγάλη τιμωρία, από την ίδια την πολιτεία.  Αν π.χ. το ιερατείο της Σπάρτης γνώριζε κάποια μεγάλα μυστικά, θα τα κρατούσε για δική του χρήση και προς όφελος πρώτα της Σπάρτης και μετά ίσως των συμμάχων της.  
      Ο Σωκράτης δια του Πλάτωνος, στον Πρωταγόρα μας  εξηγεί λεπτομερώς:  
  
      Κάποτε λοιπόν οι Λακεδαιμόνιοι ανακάλυψαν ότι η ευθεία που ένωνε τις μεγάλες κορυφές του Ταϋγέτου, άρχιζε από την ψηλότερη και νοτιότερη, προχωρούσε προς τα βόρεια και κατέληγε (η νοητή της προέκταση) στον Πολικό Αστέρα.  Αυτή η ασάλευτη 
ευθεία, με την προέκτασή της στον ουρανό, τους έδινε την δυνατότητα να μετρούν ακόμα 
και τις ελάχιστες κινήσεις των αστέρων που βρίσκονταν πολύ κοντά στον ουράνιο πόλο.  Απέκτησαν έτσι την δυνατότητα να αντιλαμβάνονται και την αλλαγή του Πολικού Αστέρος, ανάλογα με την θέση του στη νοητή ευθεία του Βορρά.  Μελέτησαν ακόμη και την ταλάντωση των αστέρων δεξιά και αριστερά της νοητής ευθείας σε διάστημα πολλών ετών.  Γιατί λοιπόν να μην έδωσαν και τα ονόματα των μεγάλων κορυφών σε ανάμνηση αυτής της ανακάλυψης; 
      Ας τα πάρουμε τώρα και με τη σειρά:   
      1. ΤΑΫΓΕΤΟΝ όρος δηλ. ΤΑ ΗΓΕΤΩΝ (αστέρων)
      2. ΤΑΛΕΤΟΝ δηλ. ΤΑΛάντωση ΕΤΩΝ (των αστέρων)
      3. ΑΘΑΝΑΤΗ ΡΑΧΗ δηλ. (στην) ΑΘΑΝΑΤΗ ΡΑΧΗ
      4. ΕΥΟΡΑΣ δηλ. ΕΥ ΟΡΑΣ (καλώς βλέπεις)
      5. ΜΥΣΤΡΑΣ δηλ. ως ΜΥΣΤης οΡΑΣ
      6. ΠΕΛΛΑΝΑ δηλ. ΠΕΛΛα ΑΝΑ (λίθο άνω)  
      Έτσι υπέθεσα ότι εδόθησαν, κατά σειράν, οι ονομασίες του όρους και των κορυφών.  
      Η λογική μου εστιάσθηκε σε κάποιον λέλεγα που, προ χιλιάδων ετών, βρέθηκε νύχτα στην μεγάλη κορυφή.  Με το βλέμμα προς τις επόμενες μεγάλες κορυφές παρατήρησε ότι αυτές σχημάτιζαν μία απόλυτη ευθεία που, όταν τελείωνε και σήκωνε τα μάτια στον ουρανό, έβλεπε πάντοτε το μοναδικό ακίνητο αστέρι - λίθο.  Έτσι ονόμασε και το τελευταίο αυτό σημείο αναφοράς ΠΕΛΛΑΝΑ, εκ του ότι άνωθεν αυτής βρισκόταν η ΠΕΛΛΑ (πέλλη, πελλίς, αγγείον γάλακτος, καρδάρα) ΑΝΑ (κλητ.του άναξ ή άνασσα) δηλαδή ο Πολικός Αστέρας.
      Με αρχή τον βόρειο πόλο της ουράνιας σφαίρας, όλα τα αστέρια κινούνται κυκλικά γύρω από το νοητό κέντρο και η κίνησή τους γίνεται εμφανέστερη όσο πιο μακριά του βρίσκονται.  Όσο πιο κοντά στο ακίνητο κέντρο, τόσο και πιο δύσκολα φαίνεται και η κίνηση των αστέρων που θεώρησαν ηγέτες.  Έτσι μέτρησαν τον ουρανό. 
      Με κέντρο την κορυφή Ταλετόν, κάποιοι πανάρχαιοι πρόγονοί μας, σχεδίασαν κύκλο 
με αρχική ακτίνα την ευθεία των μεγάλων κορυφών.  Αν το κέντρο του κύκλου έλαβε για σύμβολο το πρώτο γράμμα Α, τότε και η αρχική ακτίνα του έλαβε για σύμβολο το δεύτερο γράμμα Β.  Έτσι μέτρησαν την γη.
      Όταν στεκόσουν στο σημείο Α (Ταλετόν) και κοιτούσες προς το σημείο Β (τον Ευόρα 
ή την Αθάνατη Ράχη) σου έλεγαν ότι το Β οράς (βλέπεις).  Έτσι και η κατεύθυνση προς άρκτον εκλήθη Βόρειος - Βορεία ή και Βορράς ή Βορέας.  Εδώ φαίνεται να έχει σχέση 
και η βοή του ανέμου επάνω στις κορυφές του όρους.  Αφού η κατεύθυνση προς άρκτον εκλήθη Βορεία, η αντίθετη ονομάσθηκε Μεσημβρία επειδή ο Ήλιος γέρνοντας προς αυτή την κατεύθυνση κατά το μέσον της ημέρας, κάνει μία στήλη όρθια επί του εδάφους να δίνει σκιά που συμπίπτει απόλυτα με την μέσην βορεία κατεύθυνση.  Άρα ο Ήλιος βρίσκεται στην Μεσημβρία.  Μεσημβρία ονομάσθηκε και η ώρα της ημέρας που συμβαίνει αυτό το φαινόμενο, δηλαδή ο ίσκιος των αντικειμένων να συμπίπτει με την μέσην βορεία κατεύθυνση. 
      Η ονομασίες Νότος και Νότιος είναι ίσως μεταγενέστερες και φαίνεται να σχετίζονται περισσότερο με τους υγρούς ανέμους που έρχονται εκ της Μεσημβρίας.  Νοτία είναι ο υγρός καιρός, η υγρασία, η βροχή, ο Νότιος άνεμος, ο Νοτιάς, ο Νότος, η Μεσημβρία.  Νοτίζω σημαίνει καθιστώ νοτερό, υγρό, υγραίνω, υγραίνομαι, αναδίδω υγρασία.  
       Εδώ όμως νομίζω ότι υπάρχει άλλη μία καλή απόδειξη πως τα σημεία του ορίζοντος ονομάσθηκαν με βάση την κορυφή του Ταϋγέτου.  Πράγματι αν οι ονομασία του Νότου εδόθη από τον Ταϋγετο είναι πολύ φυσικό να συνδέθηκε άμεσα με την υγρασία και τους υγρούς ανέμους, αφού Νότια του Ταϋγέτου υπάρχει μόνον η Μεσόγειος θάλασσα.  Ο Ταϋγετος έχει τόσο κοντά του και στην κατεύθυνση του Νότου την Μεσόγειο, ώστε να 
είναι σίγουρο ότι οι Νότιοι άνεμοι θα έρχονται πάντα υγροί. 
      Η Ανατολή ορίσθηκε προς την κατεύθυνση όπου άνω τέλλει (ανατέλλει) ο Ήλιος και 
η μέση θέση της ορίσθηκε στην κάθετο επί την αρχική - αρκτική - βορεία κατεύθυνση (900). 
      Τέλος η Δύση ορίσθηκε στην αντίθεση της Ανατολής (2700) και ίσως να πήρε αυτό το όνομα από την σκιά που βγάζει η πυραμοειδής κορυφή του Ταϋγέτου όταν την φωτίζει ο Ήλιος που ανατέλει.  Η σκιά αυτή μοιάζει με Δ και προβάλλεται ακριβώς αντίθετα από τον Ήλιο, σε μία ευθεία που ενώνει ίσια τον Ήλιο, την κορυφή και την σκιά της.  Εδώ πλέον έχουμε το Δέλτα της Ίσης (Δ-ίσης > Δύσις).  
      Νομίζω ότι, σε συνδυασμό και με τις ονομασίες της Αρκαδίας, υπάρχουν πλέον οι αποδείξεις πως τα σημεία του ορίζοντος ορίσθηκαν και ονομάσθηκαν αποκλειστικά 
και μόνον από την μεγάλη κορυφή του Ταϋγέτου.
      Μέχρι τώρα είδαμε με ποία λογική θα μπορούσαν οι Λακεδαιμόνιοι να προσδιορίσουν την αρχική γραμμή του κόσμου τους.  Η γραμμή αυτή έπρεπε να αρχίζει απ’ το ακίνητο κέντρο του ουρανού, να κατεβαίνει κάθετα στο πλησιέστερο σημείο του ορίζοντος και (σχηματίζοντας γωνία) να επεκτείνεται επάνω στην Γη, μέχρι το σημείο του παρατηρητή.  Κατά την αντίθετη φορά ο παρατηρητής έπρεπε να προσδιορίζει μία γραμμή επί της Γης, που να αρχίζει από το σημείο που στέκεται και σχηματίζοντας γωνία στον βορινό ορίζοντα, να προεκτείνεται μέχρι το ακίνητο κέντρο του ουράνιου θόλου. 
      Θα μπορούσε όμως κάποιος να προσδιορίζει, κάθε φορά εκ νέου, το κέντρο του ουρανού;  Θα μπορούσε κανείς να έχει καλύτερη σταθερή ευθεία προς τον Βορρά, από εκείνη που σχημάτιζαν οι μεγάλες κορυφές του Ταϋγέτου;  Η τυχόν μικρή απόκλιση που παρουσιάζει σήμερα η ευθεία των κορυφών από το βόρειο κέντρο του ουρανού είναι χωρίς ιδιαίτερη σημασία, αφού αυτά που πράγματι ενδιέφεραν ήταν η εύρεση του Βορρά χωρίς όργανα και η ταλάντωση, μέσα στο πέρασμα των ετών, των αστέρων που βρίσκονται 
πολύ κοντά στο κέντρο του ουράνιου κύκλου (τα των ηγετών αστέρων).  Μήπως λοιπόν οι πρόγονοί μας ακριβώς αυτό ήθελαν να δείξουν με τα ονόματα ΤΑΛΕΤΟΝ και ΤΑΥΓΕΤΟΝ όρος;   
      Άλλωστε και σήμερα ο Πολικός Αστέρας απέχει πέραν της μίας μοίρας από το θεωρητικό κέντρο του ουρανού και με το πέρασμα των ετών πλησιάζει ή απομακρύνεται 
από αυτό.  Χρειάζεται μάλιστα και να αλλάζει ο Πολικός Αστέρας (κάθε μερικές χιλιάδες χρόνια) ώστε να διατηρεί την ιδιότητα του πλησιέστερου προς το κέντρο άστρου.  
      Αν όμως είναι απαραίτητο να αλλάζουμε Πολικό Αστέρα για να μικραίνουμε τις αποκλίσεις, δεν μπορούμε άραγε να δεχθούμε μία μικρή απόκλιση από την ευθεία των 
ίδιων πάντα κορυφών, που μπορεί εύκολα να υπολογισθεί με την παρατήρηση της ταλάντωσης των κορυφαίων αστέρων εκατέρωθεν της γραμμής αυτής;  
      Ο Σέξτος Εμπειρικός μας περιγράφει (προς αριθμητικούς 5.27) «νύκτωρ μεν γαρ ο Χαλδαίος, φασίν, εφ’ υψηλής τινός ακρωρείας εκαθέζετο αστεροσκοπών».  Με άλλα λόγια, την εποχή που δεν υπήρχαν οργανωμένα αστεροσκοπεία, ανέβαιναν την νύκτα 
σε υψηλές ακρωρείες (άκρες ορέων) και αστερο-σκοπούσαν (σημάδευαν τα αστέρια).  
      Υπήρχε όμως ποτέ για τους Λάκωνες καταλληλότερη κορυφή (άκρα) από την μεγάλη κορυφή του Ταϋγέτου, όπου στεκόμενοι την νύκτα και σκοπεύοντες την προς Βορρά ευθεία των κορυφών, παρατηρούσαν τις αδιαόρατες κινήσεις των ηγετών (κεντρικών) αστέρων 
του ουρανού και βασικά την ταλάντωσή τους (προσέγγιση ή απομάκρυνση από την νοητή ουράνια κάθετο).  
       Εκτός όμως από αστεροσκοπείο, η μεγάλη κορυφή Ταλετόν, εξυπηρετούσε και με την παρατήρηση - μέτρηση των κινήσεων του Ηλίου κατά τον ενιαυτό του (ετήσια διαδρομή).  Όπως ακριβώς ένα ηλιακό ωρολόγιο προβάλει τον ίσκιο της ακίδος του επί ενός σταθερού επιπέδου, έτσι και η ψηλότερη κορυφή του Ταϋγέτου προέβαλλε και προβάλλει τον ίσκιο 
της επί των χαμηλοτέρων περιοχών, ανατολικά ή δυτικά της.  
       Όσο ο Ήλιος γέρνει περισσότερο στην Δύση του, τόσο επεκτείνεται προς την Ανατολή 
ο ίσκιος της κορυφής, που σαν ένα τεράστιο σκοτεινό δόρυ διασχίζει πρώτα τον Λακωνικό κάμπο, περνά άνω του Πάρνωνος και βγαίνει στο πέλαγος, φτάνοντας μέχρι και τις πρώτες Κυκλάδες.  Ίσως λοιπόν να ονόμασαν έτσι το δεύτερο βουνό της Λακωνίας, ακριβώς επειδή περνούσε άνω του ο ίσκιος της ιεράς άκρας του Ηλίου.  Ίσως πάλι παρετήρησαν ότι ο ίσκιος του Ταλετού ξεκινούσε σαν ένα τρίγωνο με μεγάλη γωνία κορυφής και  όσο ο Ήλιος έγερνε πίσω απ’ τον Ταϋγετο, τόσο η γωνία της κορυφής του τριγώνου μίκραινε, έτσι ώστε κατέληγε να ομοιάζει με οξεία αιχμή ενός τεραστίου δόρατος.  
       Ίσως ενός αοράτου δόρατος που ξεκινούσε από τον Ήλιο και με αιχμή τον ίσκιο της κορυφής, κατέληγε στον συγκεκριμένο τόπο, την ημέρα και ώρα που γνώριζαν μόνο οι μύστες-αρχιερείς.  Αν όμως το δόρυ ξεκινούσε από τον συνεχώς μετακινούμενο Ήλιο και η κορυφή έμενε σταθερά, τότε το που θα δείξει η σκιά το όριζε μόνον ο Ήλιος.  Με άλλα λόγια ο ίδιος ο Ήλιος αποφάσιζε ποιος τόπος θα ήταν ιερός την κάθε ημέρα και τον έδειχνε με το δόρυ που κρατούσε
       Παρετήρησαν επίσης ότι ή αιχμή του δόρατος περνούσε από τον ίδιο τόπο, δύο φορές κάθε χρόνο και κατά τις ίδιες ημέρες.  Μία κατά την άνοδο του Ηλίου προς τον Βορρά και μία κατά την επιστροφή του προς τον Νότο.  Αν δηλαδή ο Ήλιος σημάδευε με τον ίσκιο της ιεράς κορυφής του ένα μέρος κατά την άνοιξη, π.χ. 72 ημέρες πριν φθάσει στο βορινότερο σημείο του, τότε το ίδιο μέρος θα έδειχνε η αιχμή του δόρατος και 72 ημέρες μετά την έναρξη της πορείας του προς τον Νότο και μάλιστα με ίδια γωνία στην αιχμή του δόρατος.  Άρχιζαν λοιπόν να γνωρίζουν εκ των προτέρων ποια ημερομηνία θα σημάδευε το ιερό δόρυ το κάθε σημείο.  Αυτό γινόταν γιατί ο Ήλιος έδυε πάντοτε στα ίδια σημεία του Ταϋγέτου, κατά την ίδιες ημέρες του χρόνου.  Έτσι και η σκιά της κορυφής ακολουθούσε και αυτή την ίδια διαδρομή, κατά τις ίδιες ημέρες.  Έτσι και η ημέρα αυτή θα ήταν εορτή για τον κάθε τόπο όπου λατρευόταν ως θεός ο Ήλιος - Ζεύς (ζέων - ζωή) και όπου πίστευαν ως ιερά την κορυφή του, της οποίας το προβαλλόμενο Δόρυ της Δύσης θεωρούσαν ως επέκταση της ιεράς εξουσίας του Ηλίου - Διός.  Ο πρωτοσχηματιζόμενος το μεσημέρι τριγωνικός ίσκιος της κορυφής, έμοιαζε με ένα κεφαλαίο Δέλτα που άρχιζε από τα όρη για να επιμηκυνθεί και να πάρει την μορφή ενός δόρατος - όπλου.  Δεν είναι λοιπόν λογικό πρώτα να ονομάσθηκε το φαινόμενο ιερόν Δόρυ Ηλίου και πολύ αργότερα το όπλο που ονομάσθηκε Δόρυ;                  Μήπως έτσι και οι σεβόμενοι την κυριαρχία του ηλιακού δόρατος, εκλήθησαν Δωριείς;
                                                               ΔΥΣΗ
      Όταν όμως ο Ήλιος δύει πίσω απ’ τον Ταϋγετο, στον κάμπο της Λακεδαίμονος, δεν προβάλει μόνο την σκιά της μεγάλης κορυφής του αλλά και το φως του που διαπερνά την μεγάλη του λαγκάδα.  Έτσι λοιπόν θα παρατήρησαν ότι κατά τις ισημερίες και όταν στον κάμπο χανόταν ο Ήλιος, μία μεγάλη δέσμη φωτός περνούσε μέσα από την λαγκάδα και φώτιζε μία «χρυσή» ευθεία που ένωνε τις κοινότητες Τρύπη (τρύπα Καιάδα), Αφίσιον (από ίσιον) ή Αφισού (από ίσου), Χρύσαφα, Καλλιθέα και Κοσμάς, ακριβώς στην κατεύθυνση των 900.  Στην πραγματικότητα εδώ παρουσιάζεται ένα φωτεινό τρίγωνο (ανάποδο από 
το σκοτεινό) που με την κορυφή του δείχνει και αυτό μία ηλιακή διαδρομή, μόνο που αυτή είναι φωτεινή.  Αν όμως ο ίσκιος του Ηλίου θεωρήθηκε ως ιερόν δόρυ, τότε το φως που ξεκινούσε απ’ τον θεό τους και έφθανε ανεμπόδιστα μέχρι τον προορισμό του στην γη, θα πρέπει να θεωρήθηκε ως ιερόν Βέλος Ηλίου.  
      Αφού λοιπόν οι ιερείς γνώριζαν εκ των προτέρων τις κινήσεις του Ηλίου άρχισαν να γίνονται μάντεις και μύστες.  Αν όμως έγινε έτσι, τότε κάπου εδώ (στην κοίλη Λακεδαίμονα) πρέπει να δημιουργήθηκε και το πρώτο μαντείο στον κόσμο.  Περισσότερο μάλιστα όταν άρχισαν να γνωρίζουν και τις κινήσεις των αστέρων και προ παντός αυτές πέραν του ενός ημερονυκτίου.  Έτσι προέβλεπαν και τις μακροχρόνιες (άρα σπάνιες) κινήσεις των ηγετικών, περί το κέντρο του ουρανού, αστέρων.  Προέβλεπαν τις εκλείψεις του Ηλίου και της Σελήνης, τις συνόδους και αντιθέσεις των πλανητών, τις διελεύσεις των κομητών, τις πτώσεις των περσίδων καθώς και άλλα σπάνια φαινόμενα που έκαναν τόσο μεγάλη εντύπωση στο κοινό τους, ώστε εκλήθησαν σημεία και τέρατα.  Αυτοί λοιπόν που γνώριζαν τα μυστικά των μακροχρόνιων παρατηρήσεων των προγόνων τους, δεν τα μαρτυρούσαν παρά μόνο στους διαδόχους τους και ποτέ σε ξένους.  Αυτοί ονομάσθηκαν μύστες.  
                                                            ΑΝΑΤΟΛΗ       
      Μήπως λοιπόν αυτή είναι και η εξήγηση της λέξης Δύσις;  Μήπως θέλει έτσι να δείξει 
ότι κατά την κίνηση του Ηλίου στις ισημερίες δημιουργούνται πάντα μία σκιά τύπου Δ και μία δέσμη φωτός επίσης τύπου Δ, που έχουν πορεία μεταξύ τους αντίθετη αλλά και παράλληλη και που ταυτίζεται με αυτή της ίσης των ισημεριών;  Μήπως αυτή είναι ακριβώς και η κάθετος νοητή ευθεία (ως προς τον αρχικό άξονα Βορρά-Νότου), που ενώνει τις θέσεις 
του Ηλίου κατά την ανατολή (900) και κατά την δύση του (2700), μόνο στις δύο ισημερίες;  Μήπως τελικά η Δύσις εικονίζει το Δέλτα της ίσης των δύο ισημεριών.  Μήπως και το σημείο της κατεύθυνσης δεν είναι ακόμα και σήμερα όμοιο με ένα ισοσκελές τρίγωνο, που με την κορυφή του δείχνει την κατεύθυνση και καλείται Δείκτης;  Μήπως και η σκιά του Ταλετού, όταν μεγαλώνει μέσα στον κάμπο της Λακεδαίμονος, ομοιάζει με τον Δείκτη των Δακτύλων μας; 
      Λέμε ότι συντομότερη οδός είναι η ευθεία και μικρότερη γραμμή είναι η ίση.  Με αυτή 
την έννοια και η σκιά της μεγάλης κορυφής θα είναι η μικρότερη κατά τις ημέρες των δύο ισημεριών, οπότε και ευθυγραμμίζεται προς την κατεύθυνση ανατολής - δύσης, ενώ όλες 
τις άλλες ημέρες ακολουθεί πορεία ελαφρώς καμπύλη.  Στα αρχαία ελληνικά, η λέξη εγγύς αποδίδεται ωραία με το άσσον αλλά και με το αείσσον.  Μήπως όμως η ταυτότητα εννοιών μεταξύ των λέξεων άσσον = αείσσον = εγγύς επαληθεύει τις αλήθειες της προηγούμενης παραγράφου, χωρίς συζητήσεις και μαθηματικούς υπολογισμούς;  Δεν σχετίζεται άραγε 
το εγγύς με το ίσον;  Εδώ ας κρατήσουμε μία σημείωση για αργότερα, στην ερμηνεία του Παρνασσού όρους.
      Ας δούμε τώρα ποιος φέρει το δόρυ.  Μα ποιος άλλος από έναν δορυ-φόρο.  Ποιος είναι όμως δορυφόρος του ηλιακού δόρατος;  Θα υπήρχε ηλιακό δόρυ, αν δεν υπήρχε και η ανάλογη κορυφή που το κωνικό-τριγωνικό σχήμα της προβάλλεται στον κάμπο, όταν ο Ήλιος γέρνει πίσω της;  Όταν το φως του Ηλίου λούζει τον Ταϋγετο, το δόρυ στον κόσμο το φέρει η κορυφή Ταλετόν.  Άρα αυτή είναι δορυφόρος (δόρυ φέρει) του Ηλίου.  Αυτό βέβαια δεν είναι γνωστό, αλλά μπορεί να γίνει δεκτό, όταν σκεφθούμε ότι κάτι ανάλογο συμβαίνει 
και με τα ουράνια σώματα, που κινούνται γύρω από άλλα μεγαλύτερα.  Η Σελήνη είναι δορυφόρος της Γης και η Γη δορυφόρος του Ηλίου. 
      Ένα φωτεινό δόρυ (δέσμη φωτός) ξεκινά από τον Ήλιο και σημαδεύει την Γη.  Όταν το ηλιακό δόρυ (φως) λούζει την μία πλευρά της Γης, η άλλη είναι σκοτεινή επειδή το φως του Ηλίου δεν την διαπερνά.  Δεν μένει όμως σκοτεινή μόνο η μία πλευρά της Γης, αλλά και όλος ο χώρος πίσω της, που δεν βλέπει τον Ήλιο.  Ο χώρος αυτός έχει μορφή πολύ μακρού κώνου και στην αρχαιότητα μπορούσε να ταυτισθεί με το Έρεβος, που ήταν ο σκοτεινός χώρος κάτω από την Γη, όπου πήγαιναν οι ψυχές.  Εάν κάποιος βρισκόταν στην Σελήνη κατά την διάρκεια μίας συνόδου (ευθυγράμμισης) Ηλίου-Γης-Σελήνης, θα μπορούσε να βρεθεί εκεί όπου προβάλλεται ο ίσκιος της Γης, δηλαδή μέσα στο Έρεβος.  Στην περίπτωση αυτή η Γη λειτουργεί ως δορυφόρος του Ηλίου, φέρουσα το ηλιακό δόρυ και προβάλλουσα την σκοτεινή αιχμή του (έρεβος). 
      Εν ολίγοις, κάθε σώμα που περιφέρεται γύρω από ένα άλλο, λειτουργεί ως δορυφόρος του,  μπαίνοντας ανάμεσα σε αυτό και σε κάθε τρίτον.  Άρα εμποδίζει την επαφή τους και προστατεύει το κυρίως σώμα.  Αν κάποιος θέλει να προσβάλει το κυρίως σώμα, θα πρέπει να περιμένει πρώτα να φύγει από την μέση ο δορυφόρος, ώστε να βλέπει τον στόχο του.  Αυτός ίσως ήταν και ο λόγος που οι φρουροί των βασιλέων, στρατηγών κ.λ.π. εκλήθησαν δορυφόροι ή σωματοφύλακες.  Δηλαδή το κύριο χαρακτηριστικό τους ήταν ότι, περιεφέροντο συνεχώς γύρω από αυτόν που προστάτευαν και όχι ότι έφεραν απαραίτητα κάποιο δόρυ 
ως οπλισμό τους. 
      Στο έργο του αλεξανδρινού Κλήμεντος (ΣΤΡΩΜΑΤΕΩΝ ΤΕΤΑΡΤΟΣ 4.23.151.1) μπορούμε να διαβάσουμε την καταπληκτική έκφραση «και εστί δορυφόρος του νου ο θυμός».  Μήπως έτσι δεν είναι;  Μήπως ο θυμός δεν συνοδεύει πάντα τον νου, έτοιμος 
να περάσει μπροστά του σαν δορυφόρος,  όχι όμως για να τον προστατεύσει αλλά για 
να τον εμποδίσει να αντικρίσει την πραγματικότητα;  Στο υλοποιημένο αυτό παράδειγμα, μπορούμε πλέον να αντιληφθούμε ότι όταν ο θυμός εμποδίζει να αντικρισθούν ο νους 
με την πραγματικότητα, τότε προβάλει το σκοτεινό δόρυ του και προς τις δύο πλευρές.  
Δηλαδή ένα σώμα που μεσολαβεί μεταξύ δύο άλλων, λειτουργεί στιγμιαία ως δορυφόρος 
και των δύο σωμάτων.
      Στην ανθολογία του Στοβαίου (1.49.44) βλέπουμε ένα απόσπασμα του Ερμού του Τρισμέγιστου, εκ της ιεράς βίβλου της επικαλουμένης ΚΟΡΗΣ ΚΟΣΜΟΥ (p. 27β).  «Εισί 
γαρ άνωθεν οι δορυφόροι όντες της καθόλου προνοίας, ων ο μεν ψυχοταμίας ο δε ψυχοπομπός».  Ποιοι είναι όμως οι δύο άνωθεν δορυφόροι που διαχειρίζονται τις ψυχές;  Μήπως λοιπόν ψυχοπομπός είναι η Γη (ως δορυφόρος του Ηλίου) και ψυχοταμίας 
είναι η Σελήνη (ως δορυφόρος της Γης);  Οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν ότι οι ψυχές πετάνε προς την Σελήνη, σαν πεταλούδες στο σκοτάδι.  Όταν η Γη ευθυγραμμίζεται (κατά σειρά μεγέθους) ανάμεσα στον Ήλιο και την Σελήνη, τότε η σκιά της Γης πέφτει επάνω στην Σελήνη (έκλειψη Σελήνης).  Τότε όμως η σκιά (δόρυ) της Σελήνης δεν πέφτει πουθενά.  
       Αν όμως η σκιά της Γης είναι το Έρεβος, τότε οι ψυχές έχουν την δυνατότητα να πετάξουν στην Σελήνη, αντέχοντας την δίψα, αφού ολόκληρο το ταξίδι τους θα γίνει μέσα στην σκιά.  Εκεί όμως δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, αφού το Έρεβος (σκιά) της Σελήνης 
δεν οδηγεί πουθενά.  Αυτά βέβαια μόνο όταν τηρείται η τάξις μεγέθους (ιεραρχία) Ήλιος - 
Γη - Σελήνη και ο σκοπός των ψυχών είναι η άνοδος στον ουρανό.  Αντίθετα όταν η Σελήνη μεσολαβεί ανάμεσα σε Ήλιο και Γη (έκλειψη Ηλίου), τότε οι ψυχές μπορούν να επιστρέψουν στην Γη για ένα νέο κύκλο ζωής.  Αυτό όμως δεν είναι επιθυμητό για τις ψυχές που θέλουν να ανέβουν στον ουρανό. 
      Στον Σοφοκλή βλέπουμε (ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩΙ. 1389), να λέει ο Οιδίπους: «και καλώ του Ταρτάρου στυγνόν το πρώτον έρεβος».  Αν όμως υπάρχει πρώτον, τότε λογικά, θα υπάρχει και δεύτερον Έρεβος.  Αν λοιπόν υπάρχει ιεραρχία κατά τάξη μεγέθους και παράλληλα το Έρεβος είναι η σκιά των ουρανίων σωμάτων, τότε για τους ανθρώπους το πρώτον Έρεβος είναι αυτό της Γης (Ταρτάρου) και το δεύτερο της Σελήνης.  Και τούτο γιατί 
ο πρώτος τη τάξει Ήλιος, δεν έχει σκιά.  Είναι όμως έτσι; 
      Στα σχόλια στον Απολλώνιο τον Ρόδιο (1191-2) θα διαβάσουμε:
 1.  «ηέλιος μεν άπωθ<εν> ερεμνήν <δύετο> γαίαν: λέγει την υπό τον ορίζοντα δύσιν <ερέμνην> γαρ είρηκε <διά> το υπό των αρχαίων παραδεδομένον έρεβος». 
 2.  «ερέμνην δε γην το αφανές ημισφαίριον το περί το έρεβος’ τοιούτο δε ακουστέον 
     τον υπό τον ορίζοντα τόπον»
      Δηλαδή μας λέει ότι ο Ήλιος δύει μακράν της ερέμνης (ερεβώδους - σκοτεινής) γαίας.  
Ερέμνη καλεί την υπό τον ορίζοντα δύση δηλαδή το υπό των αρχαίων καλούμενον Έρεβος.  
Ερέμνη γη καλεί και το περί το Έρεβος αφανές ημισφαίριο (προφανώς της Γης), δηλαδή 
τον υπό τον ορίζοντα τόπο.  
      Τέλος στον Ευστάθιο θα διαβάσουμε:
 1.   «Οδυσσεύς εις Έρεβος στρέψας δια το εν δυσμαίς Ηλίου ταύτα τελείσθαι». 
 2.   «Το δε προς ζόφον και εις το Έρεβος εκ παραλλήλου μεν θέσεως δυσμικόν   
      μέρος δηλούσιν».
 3.   «Ιεμένων (σταλμένων) ου προς ήλιον, αλλά Ερεβόσθε υπό ζόφον». 
      Με άλλα λόγια, το Έρεβος βρίσκεται στην Δύση του Ηλίου. Ομοίως βρίσκεται στο σκότος της Δύσης, σε θέση παράλληλη και δυτική προς τον Ήλιο.  Επίσης στο τρίτο απόσπασμα μας δείχνει ότι η κατεύθυνση προς το Έρεβος και τον ζόφο είναι αντίθετη αυτής προς τον Ήλιο.  Όμως αυτή η θέση του Ερέβους είναι παράλληλη, αλλά ακριβώς αντίθετη 
από αυτή που έχει ο Ήλιος ως προς την Γη.  Δηλαδή σχετίζεται συνεχώς και απολύτως με την θέση του Ηλίου, ευρισκομένη σε μόνιμη αντίθεση με αυτόν.  Άρα το Έρεβος βρίσκεται στο σκότος (ζόφο) πίσω από την Γη και όχι μέσα της, όπου θα ήταν αδιάφορος ο συσχετισμός με την θέση του Ηλίου.
      Αν όμως ο ίσκιος της Γης είναι το Έρεβος, τότε ο ίσκιος - ζόφος της πυραμιδοειδούς κορυφής του Ταϋγέτου με τι ταυτίζεται και γιατί ήταν ιερός για τους πανάρχαιους προγόνους μας;  Είναι άραγε ένα είδος Ερέβους;  Σχετίζεται μήπως με τις ψυχές;
      Οι Λακεδαιμόνιοι πλέον είχαν την μοναδική δυνατότητα να προσδιορίζουν τον Βορρά, βάσει των κορυφών του Ταϋγέτου.  Έτσι έφτιαξαν τον βασικό τους κύκλο που είχε κέντρο 
την κορυφή Ταλετόν και ακτίνες τα τέσσερα σημεία του ορίζοντος.  Κατόπιν έφεραν τις διχοτόμους επάνω στις τέσσαρες αρχικές γωνίες των 900  και δημιούργησαν τις οκτώ γωνίες των 450, που όρισαν τις ενδιάμεσες κατευθύνσεις.  Ο Βορράς ορίσθηκε, ως αρχή των μετρήσεων του κύκλου.
      Η Βόρεια (Β) κατεύθυνση ορίσθηκε στις …………….......00.
      Η Βορειοανατολική (ΒΑ) κατεύθυνση ορίσθηκε στις .....450. 
      Η Ανατολική (Α) κατεύθυνση ορίσθηκε στις ………..….900.
      Η Νοτιοανατολική (ΝΑ) κατεύθυνση ορίσθηκε στις…..1350.
      Η Νότια (Ν) κατεύθυνση ορίσθηκε στις ……………... 1800.
      Η Νοτιοδυτική (ΝΔ) κατεύθυνση ορίσθηκε στις ……...2250.
      Η Δυτική (Δ) κατεύθυνση ορίσθηκε στις ……………...2700.
      Η Βορειοδυτική (ΒΔ) κατεύθυνση ορίσθηκε στις … ....3150.
      Εδώ https://www.youtube.com/watch?v=aD1KBrb2UbA παρατηρήθηκε, από έναν φίλο, κάτι καταπληκτικό, κατά την Δύση του Ηλίου στην μεγάλη κορυφή του Ταϋγέτου:  
 Η σκιά του ανθρώπου περιβάλλεται από ένα φωτεινό κύκλο και ένα μικρότερο γύρω 
από το κεφάλι του.  Τι να σημαίνει αυτό και ποιος αποκλείει ότι την ίδια παρατήρηση δεν έκαναν και οι μακρινοί πρόγονοί μας;  Ποιος αποκλείει ότι η αρχική ιδέα της μέτρησης σε ομόκεντρους κύκλους πέριξ της μεγαλύτερης κορυφής δεν εδόθη εκ θείας χάριτος;  
      Ο κύκλος αυτός, με τις οκτώ ακτίνες-κατευθύνσεις, επεκτάθηκε στις δεκαέξι, με την πρόσθεση των διχοτόμων των οκτώ γωνιών.  Αυτό ακριβώς δείχνει το σύμβολο που βρέθηκε πάνω στην χρυσή τεφροδόχο του Βασιλέως της Μακεδονίας Φιλίππου Β’. 
      Δεν είναι δυνατόν ο Αλέξανδρος να σκέπασε την τέφρα του πατρός του, παρά μόνο 
με το ιερότερο σύμβολο που γνώριζε.  Όμως ο Αλέξανδρος ήταν μύστης και μάλιστα γιος 
της μυημένης Ολυμπιάδος, κόρης του βασιλιά της Ηπείρου Νεοπτόλεμου.  Η καταγωγή 
του λοιπόν ήταν δωρική, γιατί τόσον οι Μακεδόνες όσο και οι Ηπειρώτες Μολοσσοί ήταν Δωριείς.  Αυτός λοιπόν ο δεκαεξάκτινος κύκλος (με τις οκτώ βασικές ακτίνες), είναι πολύ πιθανό να χρησιμοποιήθηκε απ’ τον Αλέξανδρο για να αποδείξει, στους Έλληνες ιερείς, 
τον ανώτατο βαθμό μύησης του, καθώς και την ιερή Δωρική, βασιλική ρίζα του. 
      Ο κύκλος λοιπόν του ορίζοντος κλείνει στις 360 μοίρες - μερίδες - μέρη και έτσι θα μετριέται πλέον ο κάθε κύκλος αλλά και όλες οι γωνίες.  Όμως γιατί 360 μοίρες και όχι 
100 ή 1000, που θα ταίριαζαν καλύτερα στο ήδη χρησιμοποιούμενο δεκαδικό σύστημα.  Υπάρχει άραγε κάποια σχέση ανάμεσα στις τόσο κοντινές λέξεις μοίρα και ημέρα;  
      Μήπως η μοίρα είναι παράφραση της ημέρας-μέρας;  Όμως και η ημέρα - μέρα είναι ένα μέρος του εικοσιτετραώρου;  Άλλωστε και το ρήμα μοιράζω σημαίνει διανέμω σε μέρη.  Όπως λοιπόν η φαινομενική κίνηση του Ηλίου γύρω από την Γη χωρίζεται σε δύο μέρη, μέρα - νύχτα, έτσι και η κίνηση του Ηλίου στην εκλειπτική χωρίζεται σε 360 μοίρες ή 365 ημέρες - μέρες - μέρη και άλλες τόσες νύκτες. 
      Για τον παρατηρητή της Γης, εκλειπτική είναι ο κύκλος της ουρανίου σφαίρας, που διαγράφει ο Ήλιος μέσα σε ένα πλήρες έτος.  Αυτόν τον κύκλο τον διατρέχει φαινομενικά ο Ήλιος σε 365 ημέρες, κατά προσέγγιση.  Γιατί λοιπόν να μην χωρίσουμε τον κύκλο σε 365 μοίρες, ώστε να έχουμε αντιστοιχία της εκλειπτικής με τις ημέρες - μέρες ενός έτους;  
      Αυτό θα μπορούσε να γίνει αν η θέση της Γης βρισκόταν μόνιμα στο κέντρο της εκλειπτικής.  Μόνο τότε ο, επί της Γης, ακίνητος παρατηρητής θα έβλεπε τον Ήλιο να μετακινείται γύρω του κατά μία μοίρα, κάθε ημέρα.  Τότε όμως θα είχαμε και κύκλο 365 μοιρών.  Τότε και η γωνιακή μετακίνηση του Ηλίου θα ήταν ίδια για όλες της ημέρες του χρόνου, δηλαδή το 1/365 του κύκλου.  
      Όμως η μετακίνηση του Ηλίου στον ουρανό δεν αντιστοιχεί σε μία μοίρα του κύκλου, 
για κάθε ημέρα.  Στην πραγματικότητα η Γη μας βρίσκεται πολύ μακριά από το κέντρο της εκλειπτικής και έτσι παρατηρούμε τον Ήλιο να κινείται με διαφορετική ταχύτητα, ανάλογα 
με την θέση των δύο αυτών ουρανίων σωμάτων.  Αν και η ταχύτητα των δύο σωμάτων δεν αλλάζει, ο Ήλιος φαίνεται να σταματά τελείως όταν βρίσκεται στα δύο ηλιοστάσια (στάσεις Ηλίου).  Η φαινομενική αυτή στάση του Ηλίου, διαρκεί συνολικά περί τις πέντε ημέρες κάθε έτος.  Θα μπορούσαμε λοιπόν να δεχθούμε ότι οι μοίρες είναι 360 ώστε να μετρούν τις 
360 διαφορετικές θέσεις του Ηλίου στον ουρανό και οι μέρες 365 ώστε να μετρούν τις 365 ημέρες που χρειάζονται για τον πλήρη και πραγματικό κύκλο του Ηλίου στον ουρανό, κατά την διάρκεια ενός έτους.  Είναι άραγε οι πέντε ημέρες που ο Ήλιος φαίνεται να μην αλλάζει θέση στον ουρανό, οι πέντε μοίρες που λείπουν για να συμπληρωθεί ο αριθμός 365;  Είναι λοιπόν αυτός ο λόγος που οι μέρες και οι μοίρες έχουν τόσο κοντινά ονόματα;  Εδώ όμως υπάρχει μία ένσταση.  Πως θα συγκρίνουμε την αρχαία λέξη μοίρα με την λέξη μέρα, που ανήκει στην σύγχρονη δημοτική γλώσσα;  
      Κατά τον Ησύχιο ειμαρμένη είναι η μεμοιραμένη, δηλαδή η μεμοιρασμένη -κληρωσαμένη.  Στα σχόλια στον Αισχύλο του Δημητρίου Τρικλινίου διαβάζουμε: «επέλθοι πεπρωμένην τήν μεμοιρασμένην παρά τών Μοιρών χρή».  Ο ίδιος πάλι στα σχόλια στον Πίνδαρο μας λέει: «θεόμοροι <συνίζησις> εκ θεών μεμοιρασμένοι επέρχονται».  Εδώ ως συνίζηση (συνεκφώνηση δύο φωνηέντων) λαμβάνει την τροπή 
του οι σε ο.  Άρα η αρχική λέξη είναι θεόμοιροι και μετετράπη σε θεόμοροι.  Ομοίως 
το μεμοιρασμένον και το μοιραίον μετετράπη σε μόρσιμον, με την ίδια σημασία.  
      Με τις διάφορες λοιπόν τροπές των γραμμάτων, καθώς και τις διαφορές μεταξύ των τοπικών διαλέκτων, αλλοιώνεται η εκφώνηση, αλλά και η ορθογραφία ομοίων λέξεων.  
      Ο πιθανότερος λόγος για τις διαφορές μεταξύ των αρχικά ομοίων λέξεων είναι ότι η γλώσσα πρώτα ομιλήθηκε και μετά από πάρα πολλά χρόνια γράφτηκε και μάλιστα σε μορφές εντελώς διαφορετικές από την σημερινή γραφή της (σφηνοειδής - ιερογλυφική - γραμμικήΑ - γραμμικήΒ).  Ήταν λοιπόν φυσικό τα διάφορα Ελληνικά φύλα να έχουν πολλές διαφορές, στην απόδοση των ηχητικά ομοίων ή σχετικών λέξεων, όταν κάποτε κατέληξαν στην σημερινή μορφή της γλώσσας μας.  
      Έτσι η μοίρα σχετίζεται τόσο με το μοιραίο και την ειμαρμένη που αποδίδουν το πεπρωμένο, όσο και με το μέρος-μερίδιο-μέρισμα.  Όμως η ειμαρμένη μας θυμίζει ακουστικά την λέξη ήμαρ που σημαίνει ημέρα ή άλλες υποδιαιρέσεις του χρόνου.  Είναι λοιπόν το ήμαρ - ημέρα η πηγή των λέξεων που σχετίζονται με τον μερισμό-μοίρασμα, αλλά και το μοιραίο και την μοίρα του κύκλου;  Ο Ησύχιος πάλι μας λέει ότι η Ίση Μοίρα (ως κύριον όνομα) είναι γυνή του Ηλίου'.  Άρα ο Ήλιος έχει μόνιμο δεσμό με την Ίση Μοίρα και ως εκ τούτου μοιράζει σε ίσα μέρη - μοίρες την ημερήσια πορεία του, τόσο στον Ουρανό όσο και στη Γη. 
      Όμως η λέξη ήμαρ = ημέρα στα Δωρικά λέγεται άμαρ.  Αν λοιπόν (σύμφωνα με την άποψή μου) η Δωρική προηγείται των υπολοίπων διαλέκτων και κυρίως αν το Α προηγείται και χρονικά όλων των άλλων φωνηέντων, τότε και η λέξη άμαρ προηγείται της λέξης ήμαρ.  Αυτό ίσως μας εξηγεί ότι εφόσον οι σχετικές λέξεις προέρχονται από την μεταγενέστερη μορφή ήμαρ, τότε και ο διαχωρισμός του κύκλου και της σφαίρας σε μοίρες έγινε προφανώς σε μεταγενέστερη εποχή και σε κάποιον άλλο χώρο όπου δεν ομιλείτο η Δωρική διάλεκτος.  Αυτό θα το θυμηθούμε αργότερα, όταν θα αναλύσουμε πως και που μετρήθηκε η Γη σαν σφαίρα.
      Ο Διογένης Λαέρτιος στον Θαλή γράφει για τον Μιλήσιο σοφό: «η γάρ εις αυτόν αναφερομένη ναυτική αστρολογία Φώκου λέγεται είναι τού Σαμίου. Καλλίμαχος δ’ αυτόν οίδεν ευρέτην της άρκτου της μικράς, λέγων εν τοίς Ιάμβοις ούτως – και τής Αμάξης ελέγετο σταθμήσασθαι τους αστερίσκους, ή πλέουσι Φοίνικες – κατά τινας 
δέ μόνα δύο συνέγραψε, Περί τροπής και ισημερίας, τα άλλ’ ακατάληπτα είναι δοκιμάσας. δοκεί δε κατά τινας πρώτος αστρολογήσαι και ηλιακάς εκλείψεις και τροπάς προειπείν, ώς φησίν Ευδημος εν τη Περί των αστρολογουμένων ιστορία. Όθεν αυτόν και Ξενοφάνης και Ηρόδοτος θαυμάζει. Μαρτυρεί δ’ αυτώ και Ηράκλειτος και Δημόκριτος. Ένιοι δε καί αυτόν πρώτον ειπείν φασίν αθανάτους τάς ψυχάς. ών εστι Χοίριλος ο ποιητής. Πρώτος δέ και τήν από τροπής επί τροπήν πάροδον εύρε, καί πρώτος τό τού ηλίου μέγεθος».  
      Παρακάτω λέγει: «πρώτος δέ και περί φύσεως διελέχθη, ώς τινές, Αριστοτέλης 
δέ καί Ιππίας φασίν αυτόν καί τοίς αψύχοις μεταδιδόναι ψυχάς».  
      Επίσης ο ίδιος αναφέρει ότι: «Αρχήν δέ τών πάντων ύδωρ υπεστήσατο, και τον κόσμον έμψυχον και δαιμόνων πλήρη. τάς τε ώρας τού ενιαυτού φασιν αυτόν ευρείς καί εις τριακοσίας εξήκοντα πέντε ημέρας διελείν.  Ουδείς δέ αυτού καθηγήσατο, 
πλήν ότι εις Αίγυπτον ελθών τοίς ιερεύσι συνδιέτριψεν. Ο δέ Ιερώνυμος καί εκμετρήσαί φησιν αυτόν τάς πυραμίδας εκ τής σκιάς, παρατηρήσαντα ότε ημίν ισομεγέθεις εισίν». 
      Δεν είναι βέβαια στις προθέσεις μου να αναλύσω τώρα τον μεγάλο Μιλήσιο σοφό. 
Εκείνο που θέλω να τονίσω τώρα είναι το μέγεθος και το εύρος των αναζητήσεών του, 
που δίνει στους επόμενους το πρώτο βήμα.  Ειδικά δε στην σημερινή πραγματικότητα, με 
τα τόσα απίστευτα τεχνολογικά μέσα, δεν θα έπρεπε να φοβόμαστε να αγγίξουμε θέματα 
που ξεκίνησαν οι μακρινοί προγονοί μας, με συνθήκες πραγματικά πρωτόγονες.  Αρκεί να σκεφθούμε ότι ο Θαλής (τον 7ο αιώνα π.Χ) είχε για πρόχειρο το χώμα και για γραφίδα ένα ξυλαράκι.  
      Μόνον έτσι θα καταλάβουμε τις ευκολίες της σημερινής έρευνας.   Ας εμπνευσθούμε λοιπόν από το έργο αυτού του πραγματικού πρωτοπόρου και χρησιμοποιώντας τα σημερινά μέσα, μαζί με την πείρα και την γνώση που αποκτήσαμε στο πέρασμα τόσων αιώνων, ας δοκιμάσουμε να προσθέσουμε και ένα δικό μας λιθαράκι στην έρευνα για τον άγνωστο παράγοντα «Χ».  Οπωσδήποτε είναι προτιμότερο από το να ψάχνουμε τρόπους για να «σκοτώσουμε» την ώρα μας.  Δεν είναι άσχημη ιδέα να αποπειραθούμε σήμερα να καταλάβουμε τα ακατάληπτα του Θαλή.  Φαντάζομαι ότι θα έχουν απίστευτο ενδιαφέρον.  Άλλωστε για πολλά από τα θέματα, που ασχολήθηκε ο σοφός εκ Μιλήτου,  υπάρχουν τα απαραίτητα στοιχεία για να ξεκινήσει η έρευνα. 

      Η  ΠΥΡΑΜΙΔΑ,  Ο  ΚΥΚΛΟΣ  και  ...   

                                                             Ταλετόν, 2407 μέτρα
               η πελεκημένη ανατολική πλευρά που βλέπουν ακόμα οι Λάκωνες 
       Εμείς προς το παρόν θα υποθέσουμε πως οι Δωριείς της Λακωνίας σχεδίασαν μόνο 
τον γεωγραφικό (όχι γεωμετρικό) τους κύκλο, με τις οκτώ βασικές ακτίνες του.  Κέντρο 
του κύκλου τους είχαν την κορυφή Ταλετόν και αρχική ακτίνα την ευθεία των μεγαλυτέρων κορυφών του Ταϋγέτου που έδειχνε τον Βορρά.  Όμως οι Λακεδαιμόνιοι ζούσαν στον κάμπο 
και τις κορυφές του Ταϋγέτου τις έβλεπαν από χαμηλά και πλαγίως.  Πως θα έβρισκαν τον προσανατολισμό τους, χωρίς να ανεβαίνουν στις κορυφές;  Πως θα μετέφεραν στον κάμπο 
την ευθεία των κορυφών;  
      Τότε πρόσεξαν ότι η ψηλότερη κορυφή παρουσίαζε δύο ευθύγραμμα γωνιάσματα - ακμές που φαινόντουσαν το ένα από την κεντρική και βόρεια, ενώ το άλλο από την νότια Λακωνία.  Σκέφθηκαν λοιπόν ότι όση γωνία παρουσιάζουν οι φυσικές αυτές ευθείες - ακμές, σε σχέση με τον Βορρά, τόση θα παρουσιάζουν και όλα τα σημεία που βρίσκονται στην νοητή προέκταση της γραμμής αυτής.  Προφανώς μάλιστα πελέκισαν και τον βράχο προκειμένου να βελτιώσουν τις ευθείες στις ακμές-καμπές, αλλά και στις μεταξύ τους πλευρές.  Είναι μάλιστα πολύ λογικό να μην ενδιαφέρθηκαν για την Δυτική πλευρά που 
είχε μπροστά της μία μεγάλη κορυφή, ιδιαίτερα μάλιστα αν οι ενδιαφερόμενοι ήταν μόνον 
οι Λάκωνες και όχι Μεσσήνιοι.  
      Έτσι λοιπόν προϋπήρχε ή διαμορφώθηκε μία κορυφή που, όταν την έβλεπαν από την κατοικημένη Λακωνία, έμοιαζε με τετράπλευρη πυραμίδα.  Μάλιστα ο διαχωρισμός των πλευρών ήταν εύκολα ορατός αφού η πλευρά που φαινόταν από την περισσότερη Λακωνία είχε θέση κυρίως Ανατολική και ελαφρώς Βόρεια, με αποτέλεσμα ο Ήλιος να την φωτίζει άπλετα κατά τις πρωινές ώρες και να βρίσκεται στην σκιά κατά τις απογευματινές.  Η πλευρά αυτή ήταν διακριτή από την περισσότερη Λακωνία, αλλά και από πολύ μακρύτερα όταν ήταν χιονισμένη και αντανακλούσε επάνω της το φως του Ηλίου.  Αντίθετα η πλευρά που είχε θέση Βόρεια και λίγο Δυτική, που φαινόταν από την Βόρεια και προς την κεντρική Λακωνία, το πρωί στεκόταν στη σκιά και το απόγευμα λουζόταν στο φως.  

      Το παράξενο όμως είναι ότι η πλευρά που στεκόταν στην Νότια και ελαφρώς ανατολική 
θέση της πυραμοειδούς κορυφής και ήταν ορατή από την Νότια και λίγο κεντρική Λακωνία, παρουσίαζε μία ιδιαιτερότητα που την ξεχώριζε από την διπλανή της Ανατολική πλευρά.  
Η πλευρά αυτή, που σήμερα λέγεται χαλασμένη, είχε υποστεί μία κατακρήμνιση προς το κέντρο της.  Εξ αιτίας αυτού δεν αντανακλούσε το ηλιακό φως, όπως η διπλανή της πλευρά που φωτιζόταν κατά της ίδιες ώρες της ημέρας και με την οποία θα μπορούσε να γίνει σύγχυση.  
      Έτσι λοιπόν ξεχώριζαν μεταξύ τους τις δύο πλευρές που έβλεπαν το φως κατά τις πρωινές ώρες, ενώ σε αυτές που φωτίζονταν το απόγευμα δεν υπήρχε πρόβλημα, αφού μόνο η μία φαινόταν από την Λακωνία.  Η δε ελαφρά απόκλιση των πλευρών της ατελούς πυραμίδας, ήταν προσαρμοσμένη έτσι ώστε η κίνηση του Ηλίου από την Ανατολή προς την Δύση του, επάνω στην εκλειπτική, να διευκολύνει σημαντικά την διάκριση των πλευρών.              Μέχρι και στο φως της Σελήνης μπορεί κανείς να διακρίνει τις χιονισμένες πλευρές του Προφήτη Ηλία.  Ακόμα και το γεγονός ότι το χιόνι λιώνει τελευταία στην ψηλότερη κορυφή, διευκολύνει τις παρατηρήσεις.  Ειδικά μάλιστα εκεί που ξεχωρίζουν οι πλευρές (ακμή), κατά περίεργο τρόπο, το χιόνι διατηρείται αρκετά περισσότερο και σχηματίζει μία γραμμή που είναι έντονα διακριτή, έτσι ώστε να γίνεται ευκολότερος ο διαχωρισμός των πλευρών μέχρι την αρχή του καλοκαιριού.  

             η χιονισμένη αν. πλευρά φωτισμένη, όταν η δίπλα της είναι σκοτεινή, 
                  ήταν πελεκημένη έτσι ώστε να δίνει την εντύπωση πυραμίδας


      ...  Η  ΓΡΑΜΜΗ.  
      Η σημαντικότερη όμως και πλέον συγκεκριμένη πληροφορία, που μπορούσαν να αντλήσουν από το σχήμα της μεγαλύτερης κορυφής του Ταϋγέτου, ήταν η οπτική προέκταση στον κάμπο των δύο εμφανών ακμών προς την Ανατολή.  Αφού οι δύο ακμές αρχίζουν 
από το ψηλότερο μέρος του πυραμοειδούς αυτού σχήματος (κέντρο του γεωγραφικού τους κύκλου), μπορούσε να μετρηθεί και η γωνία που σχηματίζει η κάθε ακμή, με την ευθεία 
των μεγάλων κορυφών προς τον Βορρά.  Αυτό όμως ήταν εφικτό μόνον από την ψηλότερη κορυφή όπου και συναντώνται οι γραμμές αυτές.  Αν οι Λακεδαιμόνιοι σχεδίασαν (επάνω 
στο μικρό πλάτωμα της κορυφής του Ταϋγέτου) την ένωση της γραμμής του Βορρά με 
την Βορειοανατολική ακμή, μπόρεσαν εύκολα να την αποτυπώσουν (σε κινητή επιφάνεια) και έτσι να έχουν την ακριβή μεταξύ τους γωνία.  Γνώριζαν δηλαδή την ακριβή απόκλιση της κάθε ακμής από τον Βορρά, χωρίς όργανα και μετρήσεις.  
      Αυτή την γραμμή ήθελαν πλέον να την μεταφέρουν στον κάμπο, ώστε γνωρίζοντας 
την απόκλισή της από τον Βορρά, να μπορούν πλέον να προσανατολιστούν με ακρίβεια.  Αυτό όμως δεν ήταν και τόσο εύκολο με την απλή οπτική παρατήρηση της πυραμοειδούς κορυφής. Η απόσταση ήταν μεγάλη και άρα η ακρίβεια περιορισμένη.  Η κορυφή δεν ήταν ορατή κατά την νύκτα και τις συννεφιές.  Υπήρχαν και κάποιες θέσεις που δεν φαίνονταν 
οι ακμές. Σπουδαιότερο όμως ήταν ότι η προέκταση της ακμής δεν έδινε ακρίβεια στις μετρήσεις.
      Κατέληξαν λοιπόν στο συμπέρασμα ότι έπρεπε να έχουν στον κάμπο κάτι το συγκεκριμένο που να δίνει με ακρίβεια την απόκλιση από τον Βορρά και ταυτόχρονα να 
είναι εύκολα προσβάσιμο.  Για τον λόγο αυτό κατασκεύασαν ένα ορθογώνιο κτίσμα που έβλεπε, με την οπτική προέκταση της πλευράς του, κατευθείαν στην κορυφή Ταλετόν.  
Με άλλα λόγια οι δύο μεγαλύτερες πλευρές του σημάδευαν κατ’ ευθείαν στην κορυφή του Ταϋγέτου.  Με τον τρόπο αυτό και αφού προσδιόρισαν την γωνία που σχηματίζει η πλευρά του κτίσματος με την ευθεία των μεγάλων κορυφών, μπορούσαν πλέον να προσδιορίζουν εύκολα τον Βορρά χωρίς να χρειάζεται να ανέβουν στην κορυφή του Ταϋγέτου.  Το κτίσμα αυτό έπρεπε να έχει μεγάλη σταθερότητα και να είναι αδύνατο να χαλάσει, τουλάχιστον η βάση του που έδειχνε και τον προσανατολισμό του.  Ο τρόπος κατασκευής που επέλεξαν ήταν η ένωση μεγάλων πελεκημένων ογκόλιθων, χωρίς λάσπη ανάμεσά τους, που κούμπωναν εφαρμοστά ο ένας επάνω στον άλλο.  Ανάμεσά τους δεν χωράει μαχαίρι 
(ούτε και σήμερα) και οι αρμοί τους επαναφέρουν στη σωστή θέση, μετά από μεγάλο 
σεισμό.  Έτσι δεν θα υπήρχε φόβος να μεταβληθεί στο μέλλον η κατεύθυνση των 
πλευρών του κτιρίου.  
      Ομοίως βασική χρήση του ιδίου κτίσματος ήταν ότι μία φωτιά στην κορυφή του, μπορούσαν να την βλέπουν από μακριά όχι μόνο σαν φρυκτωρία για μετάδοση σημάτων αλλά και να προσδιορίζουν εύκολα την γραμμή, με την γνωστή γωνία από την κορυφή, 
που θα ίσχυε σε όλη την νοητή προέκτασή της.  Θα αρκούσε μόνο να σταθεί κάποιος στην βορειοανατολική Λακεδαίμονα και να ευθυγραμμισθεί με την ευθεία του μεγαλιθικού αυτού κτίσματος και με την μεγάλη κορυφή, ώστε να προσδιορίσει αμέσως την μυστική αυτή γραμμή.  Το κτίριο αυτό είναι το καλούμενο σήμερα τάφος ή κενοτάφιο του Λεωνίδα.  
Ένα κτίριο που είναι κατά πολύ παλαιότερο της εποχής που έζησε ο ήρωας βασιλιάς, της Σπάρτης των κλασσικών χρόνων.  Ένα κτίριο που σήμερα δεν γνωρίζουμε την χρήση του, αλλά που την εποχή εκείνη μπορούσε να χρησιμοποιηθεί τόσο για γεωμετρικούς όσο και αστρονομικούς σκοπούςΌταν ένα αστέρι βρισκόταν στην προέκταση της ευθείας του εν λόγω κτίσματος, με την ιερή κορυφή Ταλετόν, μπορούσαν να εορτάζουν τον θεό ή θεότητα 
που πίστευαν ότι αντιπροσωπεύει το κάθε αστέρι.
 Δηλαδή όταν στην προέκταση της ιερής γραμμής εμφανιζόταν ο πλανήτης Άρης, τότε μπορούσαν να εορτάζουν τον θεό Άρη, αλλά και τα άλλα αστέρια - θεούς.  

                               Λεωνίδαιον, τάφος ή κενοτάφιον του Λεωνίδα
      Η προέκταση της μακράς πλευράς που βλέπετε δεξιά είναι αυτή που οδηγεί το βλέμμα μας κατ' ευθείαν στην μεγάλη κορυφή - πυραμίδα του Ταϋγέτου.
      Κατά τον περιηγητή Παυσανία, ο στρατηγός Παυσανίας, σαράντα χρόνια μετά τον θάνατό του, μετέφερε τα οστά του Λεωνίδα στην Σπάρτη και ετάφησαν στο Λεωνίδαιο, όπως συμφωνεί η λαϊκή παράδοση και οι τελετές προς τιμή του Λεωνίδα που ακολούθησαν μέχρι και τους ρωμαϊκούς χρόνους.
      Αντίθετα ο Ηρόδοτος γράφει "ταῦτα εἴπας Ξέρξης διεξήιε διὰ τῶν νεκρῶν, καὶ Λεωνίδεω, ἀκηκοὼς ὅτι βασιλεύς τε ἦν καὶ στρατηγὸς Λακεδαιμονίων, ἐκέλευσε ἀποταμόντας τὴν κεφαλὴν ἀνασταυρῶσαι".  Τα οστά μεταφέρθηκαν στην Περσία.
      Αν έχει δίκιο ο Παυσανίας, τότε πότε κατασκευάσθηκε το Λεωνίδαιον;  Αν έγινε  τον πέμπτο αιώνα π.Χ. για να τοποθετηθεί ο νεκρός ήρωας τότε, η ευθυγράμμιση με την 

κορυφή Ταλετόν, σημαίνει ότι και στην κλασσική εποχή στην Σπάρτη διατηρούσαν ακόμα 
την πανάρχαια γνώση.  Υπάρχει όμως και η πιθανότητα το κτίσμα να προϋπήρχε, όπως δείχνουν οι τεράστιοι λίθοι και ο τρόπος κατασκευής τους.
      Αν έχει δίκιο ο Ηρόδοτος, τότε ο Λεωνίδας θυμίζει τον Χριστό, αφού 
θυσιάστηκε - σταυρώθηκε και αυτός για το σύνολο και προδόθηκε από τον Εφιάλτη - Ιούδα.  
      Εδώ μάλιστα υπάρχει και μία παράξενη σειρά αριθμητικών συμπτώσεων: 
1480 = ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ = ΑΓΑΘΟΣ ΗΓΕΜΟΝΙΚΟΣ ΝΟΥΣ = ΧΡΙΣΤΟΣ = ΑΘΑΝΑΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ = ΛΕΩΝΙΔΑΣ + ΟΙ 3ΟΟ = ΘΕΣΜΟΦΥΛΑΚΕΣ = ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ = Η ΜΕΓΑΛΗ ΠΥΡΑΜΙΔΑ ΤΗΣ ΓΚΙΖΑΣ
      Οι γνωρίζοντες τις δομές του σχεδιασμού των Ελλήνων ήταν προφανώς λίγοι αρχιερείς που εκλήθησαν μύστες, ακριβώς επειδή φυλούσαν τα μεγάλα αυτά μυστικά.  Γιατί όμως 
δεν ήθελαν να γίνουν γνωστά τα μυστικά τους;  Μήπως γιατί αυτά τα μυστικά έδιναν την υπεροχή και εξασφάλιζαν την ανωτερότητα των Ελλήνων έναντι των υπολοίπων λαών;               Ήταν ίσως αυτή η βασική γνώση επάνω στην οποία στηρίχθηκε η ανάπτυξη των επιστημών και την οποία οι Έλληνες κράτησαν για τον εαυτό τους;  Αν υποθέσουμε ότι σήμερα την διάσπαση του ατόμου την γνώριζε μόνο μία χώρα, θα την έδινε άραγε και στις υπόλοιπες ή θα την κρατούσε μόνο για τον εαυτό της;  Αν όμως η γνώση μίας και μόνο μεγάλης ανακάλυψης θα ήταν σημείο τεράστιας υπεροχής και επιβολής σήμερα, τι θα ήταν 
η αποκλειστική γνώση όλων των τότε μεγάλων ανακαλύψεων, από ένα και μόνο λαό τους χρόνους εκείνους;  
      Την μυστική γνώση των Δωριέων (κατά την άποψή μου) εκμεταλλεύτηκαν και άλλοι Έλληνες.  Όταν οι Λακεδαιμόνιοι ανακάλυψαν τον σταθερό Βορρά της Γης και του Ουρανού, μοιράσθηκαν αυτό το μυστικό.  Έτσι έδιναν την γραμμή στους λαούς εκείνους που μόνο αυτοί επέλεγαν.  
       Προσδιόριζαν λοιπόν μία σταθερή ευθεία που ξεκινούσε από την μεγαλύτερη κορυφή 
του Ταϋγέτου και έφθανε μέχρι την περιοχή που ήθελαν.  Εκεί όριζαν κάποια σταθερά και εύκολα ορατά σημεία, από όπου περνούσε η σταθερή αυτή γραμμή.  Αν δεν υπήρχαν κατάλληλα υψώματα κατασκεύαζαν πυραμίδες, πύργους, μεγαλιθικά κτίσματα ή κάποια 
ιερά που για τον πολύ κόσμο είχαν άλλη σημασία και χρήση, ενώ η πρώτη χρήση για τους μύστες ήταν της ευθυγράμμισης με την ιερή κορυφή του Ταϋγέτου.  Στους αρχιερείς αυτών των λαών έδιναν τον μυστικό αριθμό, δηλαδή την ακριβή γωνία απόκλισης από τον Βορρά. 
Όποιος αρχιερέας - μύστης γνώριζε τα εμφανή εκείνα σημεία από τα οποία περνούσε στην περιοχή του η γραμμή από τον Ταϋγετο, μπορούσε εύκολα να υπολογίσει την γωνία που 
του είχαν πει οι Σπαρτιάτες και να γνωρίζει έτσι τον ακριβή προσανατολισμό του.  Έτσι δημιουργούσαν κάθε νέα πόλη, επάνω σε μία από τις βασικές ακτίνες που άρχιζαν από 
το κέντρο του ίδιου πάντα κύκλου.  
      Με τον τρόπο αυτό μπορούσαν πλέον να έχουν κοινό προσανατολισμό αλλά και πολιτισμό όλες οι πόλεις που αναγνώριζαν ως κέντρο - βάση του κόσμου τους την ιερά 
άκρα του Ηλίου, που ονόμασαν Ταλετόν.  Στην κορυφή αυτή ελάτρευαν τον Ήλιο και 
όταν αυτός στην δύση του έφθανε να την στεφανώσει, έλεγαν ότι ο Ήλιος εις βάσην 
ελεύει (φθάνει) και μονολεκτικά βασιλεύει.  Έτσι και το ρήμα βασιλεύω μοιάζει να ετυμολογείται εις βάσην ελεύω.   
       Όταν μάλιστα ο Ήλιος βρίσκεται πίσω από αυτή την πυραμιδοειδή κορυφή, παρουσιάζει μία θεαματική διάχυση του φωτός.  Απλώνει τότε τις εύκολα διακριτές ακτίνες του, που μοιάζουν με φωτεινές και σκοτεινές λωρίδες φωτός, σαν να δείχνει την άϋλη εξουσία του 
σε όλο το κράτος του.  Το μικρό αυτό διάστημα που βρίσκεται ακριβώς πίσω από την πυραμίδα, μοιάζει να κατέβηκε από τον ουρανό και να στάθηκε στην κορυφή από όπου ρίχνει τις διαχυμένες ακτίνες του, σαν βέλη τις φωτεινές και σαν δόρατα τις κάπως σκοτεινές.  Βλέπουμε έτσι τις ακτίνες του Ηλίου να ξεκινούν από το Ταλετόν και να απλώνονται προς όλες τις κατευθύνσεις.  Την στιγμή εκείνη καταλαβαίνουμε γιατί σχεδιάζουμε τον Ήλιο σαν ένα φωτεινό κύκλο από όπου ξεκινούν εύκολα διακριτές ακτίνες. 
Όποιος βλέπει τον Ήλιο να βασιλεύει στην κορυφή με αυτό τον εντυπωσιακό τρόπο, δεν μπορεί παρά να υποκλιθεί μπροστά στην εξουσία - βασιλεία του. 
      Όπως λοιπόν κυριαρχεί ο ουράνιος βασιλεύς Ήλιος, σε όλο τον χώρο όπου φθάνουν 
οι ακτίνες του όταν βασιλεύει (φθάνει στην βάση του), έτσι κυριαρχεί - βασιλεύει και ο αντιπρόσωπός του στη Γη.  Όμως αντιπρόσωπός του στην Γη δεν μπορεί να είναι άλλος από αυτόν που κυριαρχεί - βασιλεύει στην περιοχή που βρίσκεται η κορυφή Ταλετόν, 
οίκος - βάση του θεού Ηλίου.  Όπως ήταν φυσικό αυτός ο άνθρωπος ονομάσθηκε βασιλεύς, επειδή κυριαρχούσε στον ίδιο χώρο που κυριαρχούσε και ο Ήλιος, όταν έφθανε στην βάση του.  Η δε εξουσία τόσο του θεού όσο και του ανθρώπου ονομάσθηκε βασιλεία που μοιάζει να ετυμολογείται ως βάση - λεία.  Ποια είναι όμως και που βρίσκεται αυτή η 
λεία βάση;  Μήπως πρόκειται και εδώ για την γνωστή μας ηλιακή βάση - πυραμίδα, που έγινε λεία αφού λαξεύτηκε από ανθρώπους;  Η βασιλεία όμως ταιριάζει και ως βάση 
του προφήτη Η-λία, αφού αυτή ακριβώς η κορυφή ονομάσθηκε αργότερα προφήτης 
Ηλίας.  Όμως και το όνομα του προφήτη Ηλία φαίνεται να παραπέμπει στον Ήλιο.  
Ακόμα περισσότερο νοητός Ήλιος θεωρείται ο Χριστός.  Αυτό επιβεβαιώνει και η αριθμητική ισορροπία των λέξεων ΧΡΙΣΤΟΣ = ΟΙΚΟΣ ΗΛΙΟΥ = 1480.  Άλλωστε στα εβραϊκά ηλεί σημαίνει υψηλά ή ο Θεός είναι υψηλά.  Βλέπε εδώ.  
      Έννοια παρόμοια με του βασιλέως έχει και η προγενέστερη λέξη άναξ που πιθανολογώ ότι σχηματίσθηκε από τον συνδυασμό των λέξεων άνω ή άνα και έξω.  Όμως η λέξη άναξ χρησιμοποιείται περισσότερο για τους θεούς, ενώ η λέξη βασιλεύς αφορά μάλλον τους ανθρώπους.  Μπορούμε έτσι να υποθέσουμε ότι, ο Ήλιος είναι την ημέρα ουράνιος άναξ 
και βασιλεύς της Γης κατά την δύση του.  Πρώτος θεός του Ηλίου ήταν ο ίδιος ο Ζεύς (εκ του ζέω = βράζω) που στην γενική πτώση γίνεται Διός και προφανώς συνδέεται με την Δύση.  Μήπως λοιπόν αυτή η μεταμόρφωση, του Ζηνός σε Διός, θέλει να δείξει ότι ο Ήλιος (Ζεύς - Ζην) δύει (Διός) και με τον τρόπο αυτό γίνεται και επίγειος βασιλεύς;  
       Ας δούμε τώρα ποιο είναι το βασίλειο του Ηλίου, όταν αυτός κατεβαίνει στην Γη.                 Μήπως η λέξη βασίλειο σχηματίσθηκε από τις λέξεις βάση και λείο.  Αλλά ποιο μέρος είναι λείο ως προς την συγκεκριμένη βάση;  Μήπως το μέρος εκείνο όπου διαχέονται ομαλά οι ακτίνες του Ηλίου, κατά την ανατολή του πίσω.  Όμως την ίδια ακριβώς περιοχή μπορεί να ελέγξει με το βλέμμα του και ο άνθρωπος ως αντιπρόσωπος του Ηλίου, που βασιλεύει (φθάνει στην βάση) επάνω στην ίδια κορυφή.  Εδώ ο θεός που κατεβαίνει και ο άνθρωπος που ανεβαίνει στην ίδια κορυφή, έχουν το ίδιο οπτικό πεδίο.  Η κάθοδος του Θεού και η άνοδος του ανθρώπου τους κάνει να συναντηθούν σαν ίσοι, στην ιερά άκρα Ηλίου = Ταλετόν = 756.  Αυτός Θεός μπορεί κάλλιστα να ήταν ο Ήλιος - Ζεύς που ελήλακε (παρακ. του ελαύνω = κατευθύνω τα άλογα τού άρματος) στην ιερά κορυφή και ο άνθρωπος μπορεί κάλλιστα να ήταν ο πρώτος βασιλεύς της Σπάρτης, ο μυθικός Λέλεξ, που ελήλυθε (παρακ. του έρχομαι) στην ίδια κορυφή όπου μιμήθηκε την εξουσία του Ηλίου όταν εις βάσην ελεύει (βασιλεύει).  
       Ήταν ίσως αυτός που πρώτος διέσπειρε την κυριαρχία του θεού Ηλίου και μαζί με αυτή και την προσωπική του εξουσία.  Μήπως από αυτή την διασπορά - σπορά της εξουσίας του Ηλίου πήρε το όνομά της και η Σπάρτη, ως η αρχική - αρχηγική πόλη του.  Η κυριαρχία αυτή περιοριζόταν αρχικά στην κοίλη Λακεδαίμονα, όπως και η εξουσία του βασιλέως θεού και του βασιλέως ανθρώπου, διπλή βασιλεία.  Με την πάροδο του χρόνου η κυριαρχία των Σπαρτιατών επεκτάθηκε και σε τόπους πέραν αυτών που βλέπει ο Ήλιος και το ανθρώπινο μάτι από το ύψος της μεγάλης κορυφής.  Έτσι στα μέρη αυτά θα πήγαινε μόνο ο άνθρωπος βασιλεύς, αφού ο θεός βασιλεύς δεν μπορούσε να μετακινηθεί από τον οίκο του στο Ταλετόν.  Μήπως έτσι εξηγείται  η διπλή βασιλεία των Σπαρτιατών και το έθιμο να μένει πάντα ο ένας βασιλιάς στην Σπάρτη; 
       Μήπως έτσι θα πρέπει να καταλάβουμε γιατί όλοι οι Έλληνες αναγνώριζαν την αρχηγία των Σπαρτιατών, στους κοινούς αγώνες, έστω και αν αυτοί δεν ήταν οι ισχυρότεροι;  Μήπως λοιπόν οι Δωριείς μιμήθηκαν το σχήμα των ηλιακών ακτίνων που έβλεπαν γύρω από την κορυφή του Ταϋγέτου και μετέφεραν το ηλιακό δόρυ, δηλαδή την ακτινωτή εξάπλωση της κυριαρχίας του Ηλίου, με κέντρο πάντα την ίδια ιερή κορυφή.  Μήπως λοιπόν οι Δωριείς ονομάσθηκαν έτσι επειδή έφερναν μαζί τους τα δώρα του ηλιακού πολιτισμού και το ιερό δόρυ της ηλιακής θρησκείας τους;  
        Ας ερευνήσουμε τώρα πως επεκτάθηκε η κυριαρχία των Σπαρτιατών Δωριέων και 
πως δημιουργούσαν την ακτίνα - γραμμή από το ηλιακό κέντρο του κύκλου τους μέχρι και 
σε αρκετά μακρινές αποστάσεις.  Όπως ακριβώς εμφανίζονται και εξαπλώνονται οι ακτίνες του Ηλίου, διαχεόμενες κατά την δύση του γύρω από την μεγάλη κορυφή - πυραμίδα, ίσως έτσι ξεκίνησε και εξαπλώθηκε παντού η κυριαρχία των σπαρτών - Σπαρτιατών που έσπειραν τον σπόρο - σπέρμα του θεού Ηλίου. 
       Το ανθρώπινο μάτι δεν μπορεί βέβαια να μετρήσει, μπορεί όμως να εντοπίσει την προέκταση της ευθείας δύο σημείων, όταν αυτά είναι εύκολα ορατά.  Αρκεί να διαλέξει κάποιος ένα νέο ορατό σημείο, επάνω στην προέκταση και η ευθεία επεκτείνεται μέχρι 
το τρίτο αυτό σημείο.  Βλέποντας ύστερα τα δύο τελευταία σημεία, μπορεί να προσθέσει 
ένα τρίτο κ.ο.κ.  Με τον τρόπο αυτό, μία ευθεία επί του εδάφους, μπορεί να επεκταθεί 
σε μακρινές αποστάσεις πολύ πέραν του αρχικού ορίζοντος.  Εκείνο που χρειάζεται 
είναι η επιλογή υψηλών σημείων, που να είναι ορατά από μακρινή απόσταση, ώστε 
να χρησιμοποιηθούν όσο το δυνατόν λιγότερα σημεία αναφοράς.  Ως τέτοια σημεία χρησιμοποιούσαν, κατά προτίμηση, βουνοκορφές αλλά και κορυφές λόφων.  Όταν 
δεν έβρισκαν τέτοια σημεία, κατασκεύαζαν πύργους, πυραμίδες ή μεγαλιθικά κτίσματα
που είχαν ορθογώνιο σχήμα, ώστε να είναι εύκολος ο επί τόπου προσανατολισμός, ακόμα και σε περίπτωση που δεν έβλεπαν κανένα άλλο σημείο της ευθείας τους.  Στα κτίσματα αυτά έδιναν μία άλλη φαινομενική χρήση (ναοί - τάφοι κ.λ.π.), ενώ μόνον οι μύστες 
γνώριζαν τον κύριο προορισμό τους.  Επειδή μάλιστα η φωτιά φαίνεται καθαρά σε μακρινές αποστάσεις, χρησιμοποιούσαν τα μέρη αυτά και για αναμετάδοση οπτικών μηνυμάτων (φρυκτωρίες).  
        Ας υποθέσουμε τώρα ότι ξεκίνησαν να σχεδιάσουν την γραμμή της ανατολής, με αρχή την μεγάλη κορυφή του Ταϋγέτου και φθάνοντας μέχρι την θάλασσα στο Μυρτώο πέλαγος.  
Το μικρό πλάτωμα της κορυφής τους έδινε την δυνατότητα να σχεδιάσουν στο χώμα, την κάθετο ως προς τις μεγάλες κορυφές του όρους.  Αυτό δεν ήταν καθόλου δύσκολο αφού, στην απίστευτη αυτή ευθεία, ευθυγραμμίζονται με τον βορρά 14 κορυφές και υψώματα άνω των 2200 μέτρων.  Υπήρχε μάλιστα και δρομάκος στην κορυφογραμμή για την σύνδεση των περισσοτέρων κορυφών.  Όταν μία ανέφελη νύχτα άναβαν πυρσούς επάνω 
σε αυτή την Αθάνατη Ράχη, έβλεπαν από το Ταλετόν (2407 μέτρα) την απόλυτη ευθεία του Βορρά που επεκτεινόμενη έδειχνε το κέντρο του Ουρανού πέριξ του οποίου περιστρέφεται 
ο ουράνιος θόλος. 
        Αφού σχεδίαζαν τόσο εύκολα την γραμμή του βορρά, δεν είχαν παρά να τραβήξουν 
μία κάθετο και αυτή θα τους έδειχνε την ανατολή και την δύση του Ηλίου.  Στην προέκταση αυτής της καθέτου (προς την ανατολή) και σε κάποια χαμηλότερη κορυφή ή λόφο, άναβαν μία φωτιά.  Μετά έψαχναν για ένα τρίτο ψηλό σημείο που να ευθυγραμμίζεται οπτικά με τα δύο προηγούμενα, ώστε να μη χαθεί η ευθεία.  Κατόπιν έβρισκαν ή κατασκεύαζαν ακόμα 
ένα σταθερό σημείο της ίδιας ευθείας και επαναλάμβαναν αυτή την διαδικασία, μέχρι τον τόπο προορισμού.  Το σημείο αυτό ήταν σημαντικό γιατί ήταν το πιο απομακρυσμένο 
από την κορυφή, επάνω στην γραμμή της ανατολής.  Το μέρος αυτό το ονόμασαν ΚΥΠΑΡΙΣΣΙΟΝ, δηλαδή (Ε)ΚΕΙ ΠΑΡ(Α) ΙΣ(Σ)ΙΟΝ, για το γεγονός ότι βρισκόταν επάνω 
στην ίσια γραμμή που άρχιζε από το Ταλετόν και οδηγούσε στην ανατολή.  Ήταν δε τόσο σημαντικό μέρος που διέθετε ακόμα και ασκληπιείο.  Φαίνεται μάλιστα ότι το όνομα αυτό 
είχε σχέση και με την έξοδο στην θάλασσα αφού Κυπαρισσία ονομάσθηκε επίσης παραθαλάσσια περιοχή στην δυτική Πελοπόννησο.  
        Η σύντμηση των αρχικών λέξεων μας θυμίζει την δωρική διάλεκτο και η ανορθόγραφη απόδοση μας δείχνει ίσως την παλαιότητα του τοπωνυμίου που πιθανώς προέρχεται από γραφή προηγούμενη της σημερινής.  Η αποδοχή αυτής της ετυμολογίας γίνεται ευκολότερη όταν σκεφθούμε ότι είναι περίπου αδύνατον να ονόμασαν έτσι την περιοχή αυτή, λόγω κάποιου μεγάλου δένδρου.  Θα πρέπει να ήταν πολύ ανόητοι οι πρόγονοί μας, αν ονόμαζαν την περιοχή από ένα κυπαρίσσι που κάποτε θα κοβόταν ή θα ξεραινόταν. 
      Όταν πλέον χρειάστηκε να επεκτείνουν την εξουσία τους και πέραν της θαλάσσης, μία νύχτα με γαλήνη, κάλυψαν την θαλάσσια περιοχή με πλοία στα οποία άναψαν φωτιές.  Με τον τρόπο αυτό προεξέτειναν την ευθεία της ανατολής μέχρι τα παράλια της μικράς Ασίας. 
Εκεί οι Δωριείς έχτισαν την ΑΛΙΚΑΡΝΑΣΣΟ που ήταν και το πλησιέστερο προς τον Οίκο 
του Ηλίου (Ταϋγετο), σημείο της Ασίας.  Είπαν τότε ότι από του Ηλίου τον οίκο περνά το εγγύτερον.  Στην δωρική διάλεκτο αυτό αποδόθηκε ΑΛ (Ηλίου) ΙΚΑ (οίκας = οίκος) ΡΝΑ (περνά) ΑΣΣΟΣ(πλησιέστερος).  Πράγματι αυτή η ετυμολογία δηλώνει τόσο την προέλευση των αποίκων που έφτασαν εκεί από την Λακεδαίμονα, όσο και την αναγνώριση του Ταλετού ως οίκου του Ηλίου.  

         Με κέντρο την κορυφή του προφήτη Ηλία (Ταλετόν) δημιουργήθηκε ένας γεωγραφικός 
κύκλος. Αρχική - αρκτική ακτίνα του ήταν η γραμμή που σχημάτιζαν οι μεγάλες κορυφές του
Ταϋγέτου και έδειχνε την προς Βορρά (άρκτο) κατεύθυνση. Τον Βορρά βέβαια τον βρισκαν κατά προσέγγιση) και με τον ίσκιο ενός όρθιου μπαστουνιού το μεσημέρι, όταν ο Ήλιος βρισκόταν στο ψηλότερο σημείο του. Όμως ο τρόπος αυτός δεν ήταν εύχρηστος αφού έπρεπε να υπολογίσουν ακριβώς το μέσον της ημέρας, κάτι που είναι αδύνατο όταν ο ορίζοντας δεν είναι εντελώς ίσιος. Επίσης το μέγεθος της σκιάς του μπαστουνιού τους 

(το μεσημέρι που ήταν μικρότερη) βοηθούσε στην επαλήθευση αλλά δεν ήταν ακριβής μέθοδος. Έτσι σχημάτισαν την ευθεία του Βορρά με βάση τις σταθερές που περιγράψαμε.
           Ακολουθώντας λοιπόν την πορεία προς Βορρά βρέθηκαν μπροστά στον Όλυμπο και 
    τότε ανακάλυψαν ότι η αρχική - αρκτική ευθεία τους, που ξεκίνησε από την ιερά (κατά τους             Δωριείς) άκρα του Ηλίου, περνά από τον θρόνο του Διός.  
           Έτσι φαίνεται φυσικό να θεώρησαν ιερή και την ευθεία γραμμή που ένωνε τις δύο ιερές           ηλιακές κορυφές.  Η ευθεία που συνέδεε τα δύο ηλιακά κέντρα Όλυμπο και Ταϋγετο, θα ήταν         στο εξής η αρχή για τις μετρήσεις όλων των Ελλήνων και επί πλέον όλων όσων δεχόντουσαν       τον Ελληνικό πολιτισμό
           Όλοι οι λαοί που βρισκόντουσαν ανατολικά, της αρχικής αυτής γραμμής, ονομάσθηκαν  
    ανατολικοί και όσοι ήταν δυτικά της, δυτικοί λαοί. Με τον ίδιο τρόπο χωρίσθηκαν και οι χώρες    
    σε ανατολικές και δυτικές. Να μη ξεχνάμε και κάποιες χώρες που ενώ ανήκαν στο ανατολικό 
    μπλόκ, οι λαοί τους θεωρούνταν δυτικοί (Αλβανία, Γιουγκοσλαβία, Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία). 
           Γι’ αυτό η Ελλάδα δεν ανήκει ούτε στην ανατολή αλλά ούτε και στην δύση, αφού η γραμμή 
    Ταϋγέτου – Ολύμπου την διασχίζει στην μέση. Το ίδιο συμβαίνει και με την Πολωνία που ίσως 
    να οφείλει το όνομά της στο ότι από εκεί διέρχονται τα προς Πόλον ιά (βέλη), που ξεκινούν 
    απ’ την κορυφή Ταλετόν του Ταϋγέτου και περνώντας απ’ την κορυφή Μύτικα του Ολύμπου     καταλήγουν στον Βόρειο Πόλο.  Μύτικας όμως ονομάζεται και ο λόφος ακριβώς κάτω από την
    μεγάλη
κορυφή του Ταϋγέτου.  Ο παρατηρητής, με βάση το Ταλετόν (προφήτη Ηλία), βλέπει 
    την Ανατολή περνώντας το βλέμμα του αναγκαστικά επάνω από τον λόφο Μύτικα και το 
    χωριό Ξηροκάμπι (ξηρά καμπή;).  Τι να σημαίνουν άραγε αυτές οι ονομασίες:  
           Μήπως κάποιος έδινε ή δίνει οδηγίες πως να χαραχθούν ή χαράχθηκαν οι ακτίνες του 
    κύκλου που θα όριζαν και ορίζουν τα σημεία του ορίζοντος, με κέντρο το Ταλετόν;  
           Μήπως κάποιος μας καθοδηγεί ότι ξεκινώντας από το Ταλετόν και ακολουθώντας 
    την απίστευτη ευθεία των 14ων κορυφών (Αθάνατη Ράχη) θα φθάσουμε στην Άμφισσα που 
    απέχει ίσα από τις δύο ηλιακές κορυφές (αμφίς ίσα).  Αν μάλιστα προτιμάτε το άλλο όνομα 
    Σάλωνα εδώ θα είναι το μοναδικό σημείο όπου θα εφάπτονται δύο ίσοι κύκλοι (ίσα αλώνια), 
    που θα σχεδιάσουμε στον χάρτη, με κέντρο τις δύο ιερές κορυφές.  Στην ίδια ευθεία και σε 
    άλλη τόση απόσταση, θα βρεθούμε στην κορυφή του Ολύμπου.  Στην ίδια ευθεία και πάλι 
    διπλασιάζοντας την απόσταση, θα βρεθούμε στις Σιδηρές Πύλες του Δουνάβεως, όπου 
    το άνοιγμά τους άλλαξε την γεωγραφία μας (βλέπε και στην ανάρτησή μου ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ 
    και απομυθοποίηση των τριών μεγάλων κατακλυσμών).  Κατόπιν τα οπτικά βέλη διασχίζουν 
    την Πολωνία (προς πόλον ιά) και καταλήγουν στον Βόρειο Πόλο.  Αυτός είναι ο φυσικός 
    μεσημβρινός μηδέν, που διαχωρίζει την Ανατολή από την Δύση
           Αυτός είναι ο μεσημβρινός 0ο της Γης και όχι βέβαια ο αυθαίρετος μεσημβρινός των 
    Εγγλέζων.  Ο πλανήτης είχε πολιτισμό και είχε ορίσει τον Μεσημβρινό 0οόταν αυτοί ακόμα           ζούσαν σε σπηλιές.
           Μήπως λοιπόν κάποιος μας λέει ότι αρχίζουμε τις μετρήσεις από την μεγάλη κορυφή 
    του Ταϋγέτου (Α) και κοιτώντας προς την δεύτερη κορυφή του (Β οράς), οδεύουμε προς 
    Βοράν - Βορράν μέχρι την κορυφή Μύτικα του Ολύμπου.  Κατόπιν κοιτώντας προς την 
    Ανατολή του Ηλίου και κάθετα προς την γραμμή του Βορρά θα έχουμε μπροστά μας τον 
    Μύτικα του Ταϋγέτου.  
                          Ταύγετος - Όλυμπος, ο πραγματικός μεσημβρινός 0ο της Γης 
               Κάπως έτσι πρέπει να άρχισε η δημιουργία των πόλεων των Δωριέων επάνω στις βασικές 
        ακτίνες ενός κύκλου που ξεκινούσαν από την «ιερά άκρα του Ηλίου» και κατευθύνονταν στα 
        τέσσερα σημεία του ορίζοντος.  Ο οίκος του Ηλίου βρισκόταν στο Ταλετόν και πρώτη ακτίνα                   του κύκλου θεωρήθηκε η ευθεία των 14ων μεγάλων κορυφών που έδειχνε τον Βορρά.  
               Επάνω στην πρώτη αυτή ακτίνα του γεωγραφικού κύκλου πρέπει να δημιουργήθηκε και 
        ο πρώτος μεγάλος δωρικός οικισμός, που λόγω θέσεως προϋπήρξε ή έγινε ανταγωνιστικός 
        του οικισμού της Σπάρτης. 
                                              η Λακεδαίμων στην σημερινή Πελλάνα
               Εδώ λοιπόν έρχεται η σκαπάνη του μεγάλου αρχαιολόγου καθηγ. Θεοδ. Σπυρόπουλου,
        να μας αποκαλύψει αυτόν τον πανάρχαιο οικισμό στην περιοχή Πελλάνα της βορ. Λακωνίας. 
        Πράγματι η περιοχή έχει κατοικηθεί από τους προϊστορικούς χρόνους και αυτό πλέον έχει 
        αποδειχθεί με συγκλονιστικά αρχαιολογικά ευρήματα που φθάνουν στο 2.700 π.Χ.  Βρέθηκαν 
        τα στοιχεία εκείνα που χαρακτηρίζουν μία βασιλική πόλη, με κυριότερα τους μεγάλους 
        βασιλικούς τάφους.  Τους μεγαλύτερους θολωτούς, λαξευτούς που έχουν βρεθεί μέχρι τώρα. 
        Το μέγεθος μάλιστα του μεγαλύτερου από αυτούς μας κάνει να αναρωτηθούμε, ποιος άραγε 
        ήταν θαμμένος εκεί;  Αν σκεφθούμε ότι υπήρχε μεγάλος σεβασμός στην ιεραρχία, τότε θα 
        πρέπει να είχαν θάψει τον ανώτερο σε αξία και δόξα βασιλιά τους.  Όσο μεγαλύτερος ο τάφος, 
        τόσο σπουδαιότερο πρόσωπο θα πρέπει να είχαν ενταφιάσει.  Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό 
        του μεγάλου τάφου είναι ότι δεν βρέθηκαν ίχνη ταφής στο χώμα, όπως στους άλλους τάφους. 
        Υπήρχε άραγε σαρκοφάγος;  Οι τάφοι αυτοί ήταν συλημένοι, αλλά είναι περίεργο να πήραν 
        μαζί τους και μία βαριά σαρκοφάγο.  
               Ο κ. Σπυρόπουλος λέει ότι στην Πελλάνα βρισκόταν η αρχαία Λακεδαίμων και ότι εκεί 
        ήταν το παλάτι του Μενελάου και της Ωραίας Ελένης.  Ο Παυσανίας (2ος αιώνας μ.Χ.) 
        ανέφερε ότι στη Θεράπνη υπάρχει ένας βωμός όπου έχουν ταφεί ο Μενέλαος και η Ελένη.  
              Ο μεγάλος τάφος στην Πελλάνα βρέθηκε εντελώς άδειος και χωρίς ίχνη ταφής.  Χώρος 
       όμως υπήρχε για πολλές σαρκοφάγους.  Παράλληλα ο θόλος του είχε καταρρεύσει.  Αν λοιπόν 
       οι τυμβωρύχοι μπήκαν από επάνω, γιατί να σηκώσουν και τις όποιες σαρκοφάγους;  
             Η δική μου σκέψη προκρίνει δύο πιθανές απαντήσεις.  Ο πρώτος σε μέγεθος ή και σε 
       παλαιότητα λαξευτός - θολωτός τάφος δεν είναι τάφος.  Ήταν ένα κενοτάφιο ή οστεοφυλάκιο 
       ενός μέγιστου προγόνου που σεβάστηκαν και οι βασιλείς της εποχής που έγιναν οι υπόλοιποι                βασιλικοί τάφοι.  Το όνομά του το έχω στο μυαλό μου, αλλά ακόμα μαζεύω στοιχεία που σας 
       γνωρίζω στην νέα μου ανάρτηση "Η ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ -> ΠΕΛΛΑΝΑ".  
                                        Στους μικρούς τάφους βρέθηκαν αρκετές ταφές 
               Το θέμα βρίσκεται κυριολεκτικά στο σκοτάδι και γι' αυτό ευθύνεται η αρχαιολογική 
        υπηρεσία μας που φρόντισε, μετά την απομάκρυνση του κ. Σπυρόπουλου, να σκεπάσει με 
        μπάζα τα σημαντικότερα ίσως αρχαιολογικά ευρήματα του τόπου μας.  Κάτι ανάλογο δεν 
        έγινε και στην Αμφίπολη;  Αν κάποιοι δεν θέλουν να μάθουμε την τεράστια ιστορία μας, γιατί 
        διώχνουν και το χρήμα που θα φέρει ο αρχαιολογικός τουρισμός σε αυτή την δύσκολη εποχή;  
               Ένα άλλο θέμα που δημιουργείται εδώ είναι ότι η θέση που βρέθηκαν τα μέχρι τώρα                       ευρήματα βρίσκεται ελαφρώς δυτικότερα από την ευθεία γραμμή του Βορρά, που ξεκινά από 
        την μεγάλη κορυφή του Ταϋγέτου.  Ωστόσο ένας μεγάλος βασιλικός οικισμός είναι λογικό να                   κατελάμβανε μία μεγάλη έκταση και έτσι η ακτίνα του Βορρά να περνούσε μέσα από αυτόν.  
        Για τον λόγο αυτό νομίζω ότι οι έρευνες θα έπρεπε να επεκταθούν και λίγο ανατολικότερα, 
        2-3 χιλιόμετρα.  
               Όμως η σύμπτωση των μεγάλων κορυφών Ταϋγέτου και Ολύμπου, επάνω στην αρχική 
    γραμμή του Βορρά, δεν ήταν το μόνο εντυπωσιακό στοιχείο της παρατήρησης.  Το μέσον 
    της απόστασης των δύο κορυφών, προφανώς, βρίσκεται και αυτό στον ίδιο μεσημβρινό.       
           Αυτό το σημείο βρίσκεται κοντά στα 174 χιλ. από την κάθε μεγάλη κορυφή, δεδομένου     
    ότι η απόσταση που τις χωρίζει είναι σχεδόν 348 χιλιόμετρα.  Το σημείο αυτό βρίσκεται 
    στο όριο όπου μπορεί να φθάσει το ανθρώπινο μάτι, από το ύψος των κορυφών, λόγω 
    της κυρτότητας της Γης.  Αλλά και αντίστροφα, μόνον από την συγκεκριμένη αυτή περιοχή 
    μπορεί κανείς να παρατηρήσει συγχρόνως και τις δύο μεγάλες κορυφές των ιερών αυτών 
    βουνών.
           Αυτό μπορούσε να γίνει αν, σε μία ανέφελη νύκτα, δύο συνεργάτες άναβαν φωτιές στις 
    δύο κορυφές και ο παρατηρητής στεκόταν στο ενδιάμεσο της απόστασής τους.    
           Αν λοιπόν είχαν έτσι τα πράγματα, πως θα ονόμαζαν το μοναδικό αυτό μέρος;    
           Μήπως Άμφισσα εκ του γεγονότος ότι απείχε «αμφίς (τας κορυφάς) ίσα»;  Δηλαδή 
    αμφίς + ίσα = Άμφισσα, με παράλειψη του γιώτα;  Όμως την Άμφισσα την ονομάζουν και 
    Σάλωνα.  Μήπως λοιπόν με την ονομασία αυτή ήθελαν να δείξουν ότι στο μέρος αυτό 
    συναντώνται δύο ίσα αλώνια (κύκλοι);  Όμως ακριβώς εκεί εφάπτονται οι δύο κύκλοι που             έχουν ως κέντρα τους τις δύο ηλιακές κορυφές.  Αυτό λοιπόν το μέρος που βρισκόταν στο             μέσον των δύο ιερών κορυφών Ολύμπου και Ταϋγέτου φαίνεται ότι διάλεξαν πλέον, όλοι 
    οι Έλληνες, για κέντρο των μετρήσεών τους.   
           Ας ερευνήσουμε τώρα τι μετρήσεις μπορεί να έκανε ένας παρατηρητής που στεκόταν 
    στην Άμφισσα και κοιτούσε την Ανατολή.  Η γραμμή προς την Ανατολή ξεκινά από την                   Άμφισσα και είναι κάθετη προς την ευθεία Βορρά-Νότου (Όλυμπος-Ταϋγετος), δηλαδή                   ακολουθεί την γραμμή που βρίσκεται στο βόρειο μήκος 380 32’. 
               Εκτός του ότι βρισκόταν στο μέσον αυτών των δύο μεγάλων κορυφών, μπροστά του 
        και ακριβώς στην κάθετο που ένωνε τα δύο ιερά βουνά, βρισκόταν μία τρίτη μεγάλη κορυφή.   
               Η κορυφή αυτή θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως πρώτο σταθερό σημείο των μετρήσεων                 προς την Ανατολή.  Αφού μάλιστα η κορυφή αυτή ήταν η πλησιέστερη προς την Άμφισσα και 
        εκ του ότι το πλησίον λεγόταν και άσσον, ονομάσθηκε Παρνασσόν όρος.  Δηλαδή το όρος 
        από όπου περνά το άσσον (εγγύτερο), άρα και το πρώτο σημείο μέτρησης.  
               Με το σύστημα μετρήσεων που έχουμε και σήμερα, η κίνηση του Ηλίου σε ένα   
        ημερονύκτιο, διαρκεί 24 ώρες Χ 60 λεπτά = 1440 πρώτα λεπτά.  Αντίστοιχα η περιφέρεια 
        κάθε κύκλου καθώς και της Γης, μετριέται σε 360 μοίρες Χ 60 λεπτά = 21600 λεπτά της                       μοίρας.  Όμως οι Έλληνες μέτρησαν με βάση την απόσταση Άμφισσας - Παρνασσού, δηλαδή 
        το 1/4 της μοίρας, οπότε η πλήρης μέτρηση Γης και Ουρανού θα απαιτούσε 360 Χ 4 =1440                   τέταρτα της μοίρας.  Όλα αυτά βέβαια με την προϋπόθεση ότι τόσον ο Ουρανός όσον και η 
        Γη ήταν σφαίρες.  
               Βλέπουμε λοιπόν ότι ο χρόνος (βάσει της κίνησης του Ηλίου στον Ουρανό) σχετίζεται με 
        την μέτρηση της Γης (σαν σφαίρας), αφού και οι δύο μετρήσεις γίνονται σε λεπτά.  Μία πλήρης 
        περιστροφή του Ηλίου στον Ουρανό (φαινομενική) μετριέται σε 1440 λεπτά, ενώ μία περιφορά 
        γύρω από την Γη μετριέται σε 21.600 λεπτά;  Αυτό σημαίνει ότι τα 15 πρώτα λεπτά του 
        γεωγραφικού κύκλου στη Γη αντιστοιχούν με ένα λεπτό χρόνου του κύκλου στον Ουρανό αλλά 
        και στο ρολόι που μετράμε την ώρα.  Έτσι σχετίζεται η φαινομενική τροχιά του Ηλίου με την 
        σφαίρα της Γης. 
                Αν λοιπόν οι πρόγονοί μας άρχισαν να μετράν την Γη με βάση την τροχιά του Ηλίου, τότε 
        φαίνεται πολύ λογικό να συσχέτισαν τις επίγειες μετρήσεις τους με την επουράνια κίνηση του 
        μεγάλου θεού τους. Μπορούμε λοιπόν να υπολογίσουμε ότι εάν ο Ήλιος είναι κάθετος σε 
        κάποιο σημείο της Γης μία δεδομένη χρονική στιγμή, θα είναι και πάλι κάθετος μετά από ένα                 λεπτό σε ένα άλλο σημείο που θα απέχει από το προηγούμενο 15 πρώτα λεπτά της μοίρας.
                    Ο παρατηρητής που στεκόταν στην Άμφισσα, βρισκόταν επάνω στην αρχική - αρκτική                           (προς Βορρά) γραμμή των «εις μέσην βορεινών σκιών» ή «μεσημβρινών» που μετρούσαν 
την       Γη σαν σφαίρα.  Κοιτώντας προς την Ανατολή, είχε τα δύο του χέρια στον Όλυμπο και στον 
            Ταϋγετο, που όριζαν τον Βορρά και τον Νότο.  Ακριβώς μπροστά του είχε την πυραμοειδή 
            κορυφή του Παρνασσού που, λόγω ύψους και σχήματος,  προσφερόταν θαυμάσια για 
            πρώτη μέτρηση προς την πλευρά που βγαίνει ο Ήλιος.  Η γραμμή που περνούσε από εκεί 
            και οδηγούσε στον Βορρά θα ήταν πλέον ο πρώτος μεσημβρινός των αρχαίων Ελλήνων.   
                    Με πρώτη μονάδα μέτρησης από την Άμφισσα μέχρι εκεί που περνά το άσσον 
            (Παρνασσόν Όρος), μπορούσε πλέον να χωρίσει όλη την περιφέρεια της Γης σε 1440 ίσα 
            μέρη - τέταρτα της μοίρας.  
μέρη.            Η απόσταση μεταξύ Αμφίσσης και ψηλότερης κορυφής του Παρνασσού είναι 15 
            πρώτα λεπτά της μοίρας του κύκλου της Γης.  Την απόσταση αυτή στον Ουρανό, την 
            διανύει ο Ήλιος ακριβώς σε ένα λεπτό της ώρας.  Άρα και ο Ήλιος χρειάζεται 1440 λεπτά
            - υποδιαιρέσεις για μία πλήρη (φαινομενική) περιστροφή στον Ουρανό, όσο ακριβώς και η 
            περιφέρεια της Γης με βάση υπολογισμού την απόσταση Άμφισσας-Παρνασσού.  
                Αν λοιπόν οι προϊστορικοί Έλληνες είχαν αντιστοιχία των μετρήσεων του Ουρανού με 
        την Γη και τον υιό τους Κρόνο - Χρόνο, αυτό σημαίνει με σιγουριά ότι αυτοί ήταν οι πρώτοι                     επιστήμονες που έκαναν τις μετρήσεις αυτές.  Σημαίνει επίσης ότι ήταν άριστοι γνώστες του 
        σφαιρικού σχήματος και των κινήσεων του Ηλίου και της Γης και ότι τα περί επίπεδης Γης 
        ίσως και να αφέθηκαν για να συσκοτίσουν τον πολύ κόσμο.  Ποιο ήταν όμως το ακριβές 
        σύστημα μέτρησης της Γης ως σφαίρας;  Μπορούμε πλέον σήμερα, να ανακαλύψουμε τα 
        στοιχεία εκείνα που θα αποδείξουν την απίστευτη γνώση των αρχαίων Ελλήνων;  
                        Ο Αριστοφάνης μας λέει ότι «Πάνυ δή δεί χρηστά λέγειν ημάς.  Και Παρνασσών 
        ημίν μεγέθη, τουτ’ εστί τό χρηστά διδάσκειν».  Δηλαδή «Πάρα πολύ πλέον πρέπει χρήσιμα 
        να μας λέγει.  Και Παρνασσών εις εμάς μεγέθη, δηλαδή το να διδάσκεις χρήσιμα».  Τι σχέση 
        όμως μπορεί να έχει η διδασκαλία των χρησίμων με το μέγεθος του Παρνασσού και γιατί 
        μιλάει στον πληθυντικό αριθμό;  Γιατί χρειάζεται κάποιος διδασκαλία προκειμένου να μάθει 
        το μέγεθος ύψος ενός βουνού;  Μήπως εδώ υπονοεί τα μεγέθη των μετρήσεων που 
        δημιουργήθηκαν, με πρώτη μέτρηση στην γήινη αλλά και στην ουράνια κορυφή του;      
                  Χρειαζόταν άραγε διδασκαλία για να μάθει κάποιος την χρήση των ειδικών αυτών 
        μεγεθών;  Ήταν όμως η διδασκαλία αυτή προσιτή στους πολλούς ή προοριζόταν μόνο για 
        τους λίγους εκλεκτούς μύστες;  
                Κατά τον Σουίδα <Λυκαβηττός και Παρνασσός όρη μέγιστα, το μεν της Αττικής, το 
        δε της Φωκίδος. ήν συ λέγης ημίν Λυκαβηττούς και Παρνασσών μεγέθη, τουτέστι το 
        χρηστά διδάσκειν>.  Αν υποθέσουμε εδώ ότι Σουϊδας και Αριστοφάνης έβλεπαν ως μέγιστο 
        όρος τον Παρνασσό, πως είναι δυνατόν να έκαναν τέτοιο λάθος με τον Λυκαβηττό;  
               Γιατί αναφέρονται σε πληθυντικό αριθμό και τι μας διδάσκουν τα όρη;  Τι σημαίνει το 
        χρηστά διδάσκειν;  Χρηστός ονομάζεται αυτός που είναι σύμφωνος με τους κανόνες τού 
        ορθού και του πρέποντος, αλλά και ο ενάρετος, ηθικός, τίμιος, χρήσιμος, ωφέλιμος.  Εδώ 
        θυμίζω ότι χρηστήρ είναι αυτός που δίνει χρησμούς. 
               Ο Σουϊδας και πάλι στη Σούδα μας λέει ότι <Λυκάβας ούν από τού συμβεβηκότος 
        περί τα ζώα. επόμενα γάρ αλλήλοις τάξει δίεισι τόν ποταμόν>.  Ας θυμηθούμε τώρα 
        ότι Λυκάβας = Ενιαυτός = Έτος = 12 μήνες.  Οι Έλληνες έλεγαν ότι οι λύκοι διασχίζουν 
        τα ποταμάκια, δαγκώνοντας ο ένας την ουρά του άλλου, σε αλυσίδα μέχρι δώδεκα και όχι 
        περισσότεροι.Έτσι σχετίζεται και το βήμα του λύκου (λυκά-βας) με τους 12 μήνες.  Αλλά 
        το βήμα του λύκου μας δίνει και ο Λυκα-βηττός, με δεύτερο Ταυ αλλά σωστό ήχο.  Όμως ο 
        Λυκαβηττός ορθώνεται απότομα και πολύ κοντά στην ανατολική πλευρά της ιστορικής Αθήνας. 
        Με αυτή την ιδιότητα προβάλει τον ίσκιο του στην περιοχή των Αθηνών, κάτι που προφανώς 
        είχε επηρεάσει και το ιερατείο.  Θα πρέπει κάποτε να γίνει μία μελέτη για την σχέση των 
        ιερών χώρων της Αθήνας με τον ίσκιο του Λυκαβηττού.  Και μην πει κανείς ότι αυτά ήταν 
        μόνο για τους Σπαρτιάτες, αφού τα Παναθήναια άρχιζαν όταν έπεφταν οι πρώτες ακτίνες 
        του ανατέλλοντος Ηλίου στο άγαλμα της Αθηνάς, κατά το θερινό Ηλιοστάσιο.  
                            Ο Θεόφραστος γράφει: <Φαεινός Αθήνησιν από τού Λυκαβηττού τά περί τροπάς 
                      συνείδε παρ' ού Μέτων ακούσας τόν τού ενός δέοντα είκοσιν ενιαυτόν συνέταξεν.  Καί 
                      άλλοι δέ τόν τρόπον τούτον ηστρολόγησαν.  η γαρ σελήνη νυκτός οίον ήλιος εστί' διό καί αι 
                      συνοδοί των μηνών χειμέριοί εισιν ότι απολείπει τό φώς τής σελήνης από τετράδος φθίνοντος 
                      μέχρι τετράδος ισταμένου.  Ώσπερ ούν ηλίου απόλειψις γίνεται κατά τόν όμοιον τρόπον 
                      καί τής σελήνης έκλειψις>.  Αυτά και άλλα λέει ρητά ο θεόφραστος πριν από 2300 έτη, 
                      βασίζοντας τις προβλέψεις στις επαναλαμβανόμενες κινήσεις των ουρανίων σωμάτων.  
                            Εάν ο Λυκαβηττός, με τις δύο κορυφές του, έδινε την δυνατότητα για τέτοιες αστρονομικές
                      προβλέψεις, τότε δικαιολογημένα τον θεωρούσαν μέγιστο, του απέδιδαν το χρηστά 
                      διδάσκειν και μιλούσαν στον πληθυντικό παρομοιάζοντάς τον και με άλλους βράχους με 
                      ανάλλογες ιδιότητες.  Αν λοιπόν αυτά έκαναν τόσο σημαντικό, για τους μύστες τον Λυκαβηττό, 
                      ας αναλύσουμε λίγο περισσότερο και τον Παρνασσό.  
                            Ας επανέλθουμε τώρα στον προϊστορικό μας παρατηρητή που προχωρώντας σε ευθεία 
                     προς την ανατολή έφθασε στην θάλασσα.  Εκεί σταμάτησε αναγκαστικά γιατί νύχτωνε και 
                     την επομένη έπρεπε να αλλάξει τρόπο μετακίνησης.  Αυτό το λέμε γιατί η απόσταση από την 
                     Άμφισσα μέχρι τον Ευβοϊκό κόλπο είναι κάπου 88 χιλιόμετρα, δηλαδή περίπου η απόσταση 
                     που μπορούσε να βαδίσει ένας άνδρας κατά την διάρκεια μίας ολόκληρης ημέρας.  Ίσως 
                     λοιπόν συνέδεσε την πορεία της μίας ημέρας με την συγγενή ονομασία μοίρα που προέρχεται 
                     από το μερίζω - μέρος και έδωσε το όνομα αυτό στην απόσταση μέχρι την θάλασσα.  Αλλά 
                     και η ημέρα αποτελεί το μέρος ενός άλλου συνόλου όπως έχουμε ήδη αναλύσει.  Πέραν αυτού 
                     η ημέρα συμβολίζει την ζωή, σε αντίθεση με την νύκτα που συμβολίζει τον θάνατο.  Αντίστοιχα 
                     και η γέννηση του ανθρώπου συνδέθηκε με την ανατολή, όπως και ο θάνατος με την δύση του. 
                           Με τον ίδιο τρόπο παρομοιάσθηκε και η πορεία του ανθρώπου από την γέννηση έως τον 
                     θάνατό του (ανατολή-δύση), με την πορεία μίας ημέρας του.  Αφού όμως η πορεία μίας ημέρας 
                     είχε ήδη ονομασθεί μοίρα, έτσι και η πορεία του ανθρώπου στον κόσμο αυτό ονομάσθηκε 
                     μοίρα του ανθρώπου.  Επειδή μάλιστα η πορεία αυτή γινόταν στην διάρκεια μίας ημέρας, ο 
                     άνθρωπος που την κατόρθωνε, είχε «στον ήλιο μοίρα» δηλαδή μία ολόκληρη ημέρα ζωής. 
                                    Όμως η απόσταση από την Άμφισσα μέχρι τον Ευβοϊκό κόλπο είναι ακριβώς μία μέρα 
                             πορεία, δηλαδή μία μοίρα του κύκλου, δηλαδή 60 πρώτα λεπτά, δηλαδή το τετραπλάσιο των 
                             15’ που είναι η απόσταση από την Άμφισσα μέχρι την κορυφή του Παρνασσού.  Αυτή όμως 
                             η σύμπτωση στις αποστάσεις των δύο φυσικών σταθερών, από την Άμφισσα, έδωσε την 
                             δυνατότητα αλλά και την αφορμή να μετρηθεί η Γη σε 360 υποδιαιρέσεις που ονομάσθηκαν 
                             μοίρες και κάθε μοίρα να διαιρείται σε τέσσερα ίσα μέρη.  Με τον τρόπο αυτό ένας κύκλος 
                             γύρω από την σφαίρα Γη θα είχε 360 Χ 4 = 1440 υποδιαιρέσεις, δηλαδή όσες θα είχε και ο 
                             κύκλος του Ηλίου που θα είχε πλέον συνδεθεί με τον χρόνο στο ρολόι των 24 ωρών.   

                                        Είπαμε ότι η γραμμή προς την Ανατολή ξεκινά από την Άμφισσα και είναι κάθετη προς    
                                 την ευθεία Βορρά-Νότου (Όλυμπος-Ταϋγετος), δηλαδή ακολουθεί την γραμμή που βρίσκεται 
                                 στο βόρειο γεωγραφικό μήκος 38ο 32' περίπου.  Όταν πλέον διέπλευσαν τον Ευβοϊκό, επάνω 
                                 στην ίδια ευθεία προς ανατολάς, θα βγήκαν στην παραλία της Εύβοιας.  Αν μέτρησαν τότε την 
                                 απόσταση που είχαν διανύσει στην θάλασσα, θα διαπίστωσαν με έκπληξη ότι και αυτή ήταν 
                                 1/4 της μοίρας.  Κάθε τεταρτημόριο της μοίρας απαιτεί για τον άνθρωπο περί τα 22 χιλιόμετρα 
                                 πορεία επί της Γης ή ενός λεπτού πορεία για τον Ήλιο στον ουρανό.  
                                         Σε μία αλφαβητική ενότητα του αριθμού 632 θα βρούμε:  
                                      632 = ο προάγγελος (πρόδρομος, προαναγγέλλων)
                                      632 = θεϊκός Ήλιος  
                                      632 = Ήλιος αγγέλιος                                         
                                      632 = Ήλιος δήλιος (φανερός, έμπειρος, κολυμβητής)
                                      632 = επ' ευκαιρία 
                                      632 = ενίφθην (παθ. αόρ. του νίπτω)
                                      632 = υδρήον (ὑδρεῑον, κουβάς, δεξαμενή νερού)
                                      632 = η γούρνα (φυσικό ή τεχνητό κοίλωμα, λάκκος, δοχείο, δοχείο)
                                      632 = η παραϋάλια (παραιγιάλια)
                                      632 = αναφάνηκα 
                                      632 = άλλο άκρο Ήλιος 
                                      632 = παράπλοος (πλέων παρά την ακτήν) 
                                      632 = προσάλλομαι (αναπηδώ για να φτάσω ψηλά)
                                      632 = χαλά (χηλή, λοφώδης προεξοχή τής ξηράς στη θάλασσα)
                                      632 = ο Ήλιος εγείρομαι (ανασταίνομαι, σηκώνομαι
                                      632 = αιρούμαι (σηκώνομαι)
                                      632 = περιπέταμαι (πετώ ολόγυρα) 
                                      632 = άκματος (ακαταπόνητος, ακούραστος)
                                      632 = η περιήγησις (μετάβαση σε διάφορους τόπους)
                                      632 = ο πρόδηλος (έκδηλος, εμφανής, καταφανής, ολοφάνερος, πασίδηλος, πασιφανής,               
                                                προφανής, κατάδηλος, καταφάνερος)
                                      632 = Ήλιος θάμβος (εκτυφλωτικό φως)
                                      632 = ο ανάσιλος (με ορθωμένα μαλλιά)
                                      632 = Κερεάτας (επίθετο τού Απόλλωνος στην Αρκαδία)
                                      632 = περιαιρείται (σηκώνεται ολόγυρα)
                                      632 = καλοβάτης (ισορροπιστής, βαδίζων επάνω σε σχοινί)
                                      632 = ο θεόκλητον (κληθείς, προορισμένος από τον Θεό για κάποιο έργο)
                                      632 = ο ίση οδός 
                                      632 = πορεία αγαθόβιος (διάγων αγαθόν βίον)
                                      632 = πορεία θεία οικονομία (κατά το σχέδιο του Θεού)
                                      632 = ο ισόβιος
                                      632 = ο Πήγασος                                   
                                      632 = ο Ήλιος ομόθεν (από κοντά)
                                      632 = ο παράμιλλος (εκτός συναγωνισμού, απαράμιλλος)
                                      632 = ο αλκιμόβριθος (γεμάτος δύναμη, ρώμη, ανδρεία)
                                      632 = ευειδής (ωραίος στη όψη, πολύ εμφανίσιμος)
                                      632 = ανάμπυξ (χωρίς κεφαλόδεσμο)
                                      632 = ο Ασκληπιάδης (γιατρός)
                                      632 = ο μεγεθοποιός (ορίζων το μέγεθος)
                                      632 = ο καλλίκαρπος (έχων ή παράγων ωραίους καρπούς)                                                                                                                                      632 = το βαθρικόν 
                                      632 = θριάμβου 
                                      632 = κατοικίας
                                      632 = κατοίκισα
                                      632 = το καλοκαίρι
                                      632 = θεριστή (Ιούνιο)
                                      632 = καύσαι (αόρ.προστ.του καίω)
                                      632 = καυσία (πλατύγυρο ψαθί για τον ήλιο στην Μακεδονία)

                                      632 = στολίζει
                                      632 = έσθησις (ενδυμασία)
                                      632 = κορδύλη (πρήξιμο, κάλυμμα κεφαλής)
                                      632 = κατάλοιπον (ό,τι απομένει, το υπόλοιπο)
                                      632 = άσπρισμα (προφανώς από χιόνι)
                                      632 = στηδόν (γλαυκόν, λαμπερόν, στιλπνόν) 
                                      632 = απρακτοίμι (ευκτική του απρακτώ = αδρανώ) 
                                      632 = η αγονοποιός (που δεν κάνει παιδιά, απογόνους)
                                      632 = η μακροβιοτία (μακροβιότητα, μακροζωία)
                                      632 = η αερίτης
                                      632 = η ατρειής (άτρεπτη)
                                      632 = η ατειρής (άκαμπτη, ακατάλυτη)
                                      632 = η ραιβόκρανος (έχει στραμμένο το κεφάλι προς τη μία πλευρά, στραβοκέφαλη)
                                      632 = η θεόπομπος (θεόπεμπτος, θεόσταλτος, ουρανόπεμπτος, ουρανόσταλτος)
                                      632 = η παρακαθίσασα (παρακαθίζω = τοποθετώ, βάζω να καθίσει)
                                      632 = η λευκοπηγή
                                      632 = η καλουμένη
                                      632 = Λιάκουρα (η υψηλότερη κορυφή του όρους Παρνασσός)
                                      632 = η μεταπομπή (μεταπέμπω = προσκαλώ, στέλνω και ζητώ)
                                      632 = η εξάντης (απέναντι, αντίκρυ)
                                      632 = η ευηγής (ευαγής, αγνή, καθαρή, ευνοϊκή, σαφής, λαμπρή, φωτεινή, περίοπτη)
                                      632 = απροσκοπία (ανεμπόδιστη, απαρεμπόδιστη, ακώλυτη)
                                      632 = πασσακίον (μικρὸς πάσσαξ, πάσσαλος) 
                                      632 = παράβλησις (παρουσίαση, προσαγωγή)
                                      632 = ο αντιάς (απέναντι)
                                      632 = ο απαντίον (ακριβώς απέναντι)
                                      632 = ανταίος (αντικρινός, ακριβώς αντίθετος, κατ' ευθείαν ενάντιος)
                                      632 = ξεναγέτης (ξεναγός)
                                      632 = ο βοσκός
                                      632 = ο παραμένειος (που παραμένω εδώ)
                                      632 = εξετάσαιμι (αόρ.ευκτ.του εξετάζω)
                                      632 = το κάκαρον (κρανίο)
                                      632 = κρανιοσκοπία (επισκόπηση κρανίου)
                                      632 = η υμολογία (ομολογία)
                                      632 = εγγυάσθαι (απαρ.του εγγυώμαι)
                                      632 = η καινοπρεπής (νέα ή ασυνήθιστη εμφάνιση, καινοφανής)
                                      632 = η καινογένεσις (νέα πρωταρχική πηγή)
                                      632 = το ημιόδιον (το μισό τού δρόμου, διαδρομή ημέρας)
                                      632 = εκτησάμην (απέκτησα)
                                      632 = ευηγεσία (καλή διοίκηση, διακυβέρνηση)
                                      632 = λογίσηται  (αόρ.υποτ.του λογίζομαι)
                                      632 = γέγραφθαι (έχει γραφεί)
                                      632 = η αρτιδαής (αρτιμαθής, νεοδίδακτη)
                                      632 = ή ησκηθησόμην (στην οποία θα ασκηθώ)
                                      632 = πλάσσομαι (επινοώ με τη φαντασία μου)
                                      632 = πολοζενιθιακός (ανήκει ή αναφέρεται στον πόλο και στο ζενίθ ταυτόχρονα)
                                      632 προαλίσκομαι (προκαταλαμβάνομαι, συλλαμβάνομαι από πριν)
                                      632 προϊππασία (ιππεύει κανείς πριν)
                                      632 = αθάνατος 
                                      632 = ουράνια                                                                                                                            
                                      632 = αερομετρία
                                      632 = διαπλάσατε
                                      632 = μακροσκοπικά (με γυμνό οφθαλμό)
                                      632 = μερίζου (δωρ.μερίσδω = διαχωρίζω, διανέμω, διαμοιράζω, κατανέμω, κατατέμνω)
                                      632 = μοιρασιάς
                                      632 = διατήρησα
                                      632 = ακολουθηθεί
                                      632 = η τήρηση
                                      632 = αποσπάς 
                                      632 = απέστειλα
                                      632 = διοικήσετε
                                      632 = υποβλήθηκε
                                      632 = εξαγγείλουμε
                                      632 = πάντας
                                      632 = σε όλη τη Γη     
                                            Εδώ φαίνεται να μιλάει ο Ήλιος και να δίνει οδηγίες πως να μετράει τις κινήσεις του,
                                      κάποιος παρατηρητής στην Άμφισσα, ακριβώς απέναντι από τη Λιάκουρα:  
                                            <632 = ο προάγγελος θεϊκός Ήλιος Ήλιος αγγέλιος Ήλιος δήλιος (φανερός, 
                                       κολυμβητήςεπ' ευκαιρία ενίφθην υδρήον (δεξαμενή νερού) η γούρνα (Ευβοϊκού) 
                                       η παραϋάλια (παραιγιάλια) αναφάνηκα (στο) άλλο άκρο Ήλιος παράπλοος (πλέων παρά                                                                                  την ακτήν) προσάλλομαι (αναπηδώ να φτάσω ψηλά στη) χαλά (λοφώδη προεξοχή τής ξηράς 
                                       στη θάλασσα) ο Ήλιος εγείρομαι (ανασταίνομαιαιρούμαι (σηκώνομαι) περιπέταμαι (πετώ                                                                                ολόγυρα) άκματος (ακούραστος) η περιήγησις ο πρόδηλος (ολοφάνερος) Ήλιος θάμβος 
                                       (εκτυφλωτικό φως) ο ανάσιλος (με ορθωμένα μαλλιά) Κερεάτας (σαν κέρατα) περιαιρείται 
                                       (σηκώνεται ολόγυρα) καλοβάτης (ισορροπιστής) ο θεόκλητον (προορισμένος από τον Θεό) 
                                       ο ίση οδός πορεία αγαθόβιος (αγαθού βίου) πορεία θεία οικονομία (σχέδιον του Θεού)
                                       ο ισόβιος ο Πήγασος ο Ήλιος ομόθεν (από κοντά) ο παράμιλλος (απαράμιλλος) ο 
                                       αλκιμόβριθος (γεμάτος δύναμη) ευειδής (πολύ εμφανίσιμος) ανάμπυξ (χωρίς κεφαλόδεσμο)
                                       ο Ασκληπιάδης (γιατρός) ο μεγεθοποιός (ορίζων το μέγεθος) ο καλλίκαρπος (παράγων 
                                       ωραίους καρπούς) το βαθρικόν θριάμβου κατοικίας κατοίκισα το καλοκαίρι θεριστή 
                                       (Ιούνιο) καύσαι (που έκαιγε) καυσία (πλατύγυρο ψάθινο καπέλο) στολίζει έσθησις 
                                       (ενδυμασία) κορδύλη (πρήξιμο, κάλυμμα κεφαλής) κατάλοιπον (υπόλοιπον) άσπρισμα                                                                                       (προφανώς από χιόνι) στηδόν (λαμπερόν) απρακτοίμι (να απρακτώ) η αγονοποιός 
                                       (χωρίς απογόνους) η μακροβιοτία (μακροβιότητα) η αερίτης η ατρειής (άτρεπτη) η ατειρής 
                                       (άκαμπτηη ραιβόκρανος (στραβοκέφαλη) η θεόπομπος (θεόπεμπτος) η παρακαθίσασα 
σηκώνεται ολόγυρ       (τοποθετηθείσα) η λευκοπηγή η καλουμένη Λιάκουρα ψηλότερη κορυφή του Παρνασσού) 
                                       η μεταπομπή (στέλνω και ζητώ) η εξάντης (απέναντι) η ευηγής (καθαρή, ευνοϊκή, σαφής, 
                                       περίοπτη) απροσκοπία (ανεμπόδιστη) πασσακίον (πάσσαλος) παράβλησις (παρουσίαση)                         
                                       ο αντιάς (απέναντι) ο απαντίον (ακριβώς απέναντι) ανταίος (αντικρινός, ακριβώς αντίθετος, 
                                       κατ' ευθείαν ενάντιος) ξεναγέτης (ξεναγός) ο βοσκός ο παραμένειος (που παραμένω εδώ)
                                       εξετάσαιμι (εξέτασα) το κάκαρον (κρανίο) κρανιοσκοπία (με επισκόπηση κρανίου)
                                       η υμολογία (ομολογία μου) εγγυάσθαι (εγγύηση) η καινοπρεπής (καινοφανής) η 
                                       καινογένεσις (πρωταρχική πηγή) το ημιόδιον (το μισό τού δρόμου, διαδρομή ημέρας) 
                                       εκτησάμην (όπου απέκτησα) ευηγεσία (καλή διοίκηση) λογίσηται (στον υπολογισμό) 
                                       γέγραφθαι (που έχει γραφεί) η αρτιδαής (αρτιμαθής, νεοδίδακτη) ή ησκηθησόμην 
                                       (στην οποία να ασκηθώ) πλάσσομαι (επινοώ με τη φαντασία μου) πολοζενιθιακός 
                                       (αναφέρομαι στον πόλο και στο ζενίθ ταυτόχρονα) προαλίσκομαι (προκαταλαμβάνομαι)
                                       προϊππασία (να ιππεύω από πρίν) αθάνατος ουράνια αερομετρία διαπλάσατε
                                       μακροσκοπικά (με γυμνό οφθαλμό) μερίζου (διαχωρίζου) μοιρασιάς (σε μέρη-μοίρες) 
                                       διατήρησα ακολουθηθεί η τήρηση απέστειλα διοικήσετε υποβλήθηκε εξαγγείλουμε 
                                       πάντας σε όλη τη Γη >.
                                             Επίσης μοιάζει ο Ήλιος να υποδεικνύει στον άνθρωπο τον τρόπο μέτρησης Γης και 
                                      ουρανού σε 1440 υποδιαιρέσεις λεπτά, που ανά 4 θα αποτελούν μία μοίρα των 60 λεπτών
                                             Ακόμα και ο χρόνος της επανόδου του Ηλίου στο ίδιο μέρος (24ωρο - ημερονύκτιο),
                                       μετριέται σε 1440 πρώτα λεπτά, που χωρίζονται σε ώρες των 60 λεπτών, που χωρίζονται 
                                       σε τέταρτα των 15 λεπτών.  
                                             Η λέξη «μοίρα» βγαίνει από το αρχαίο ρήμα μείρομαι μοιράζω, είναι δηλαδή το 
                                       μερίδιο, το κομμάτι από τη μοιρασιά ενός συνόλου.  Αν εδώ ο παρατηρητής είχε αντιληφθεί 
                                       ότι ο Ήλιος κάνει κάθε ημέρα και ένα πλήρη κύκλο ή συμπληρώνει ένα Όμικρον, τότε ίσως 
                                       διαπίστωσε ότι η μέρα (μοιρασιά) χρειάζεται 1440 φορές τον χρόνο που αυτός διανύει την 
                                       απόσταση από την Λιάκουρα μέχρι την Άμφισσα ή 360 φορές τον χρόνο μετάβασης από την 
                                       κάθετη είσοδο στην Στερεά Ελλάδα έως την κάθετη άφιξη στην Άμφισσα.  Έτσι ίσως όρισε και 
                                       το πρώτο χρονικό διάστημα σε ένα λεπτό για τον ακριβώς τετραπλάσιο χρόνο που χρειαζόταν 
                                       ό Ήλιος στην πορεία του επάνω στην στεριά.  Άρα η Αυτή η πορεία στην στεριά έπρεπε να 
                                       πολλαπλασιασθεί Χ 360 για να δώσει με ακρίβεια την χρονική διάρκεια του κάθε ηλιακού 
                                       κύκλου.  Όμως ο άνθρωπος για να περπατήσει στην ανατολική πορεία από την Άμφισσα μέχρι 
                                       την θάλασσα (περί τα 88 χλμ.) χρειαζόταν μία ημέρα-μέρα που την ονόμασε μοίρα ως μέρος
                                       - μέρισμα του ολόκληρου ηλιακού κύκλου.  
                                             Έτσι θεώρησε το σύνολο του κύκλου προς μέρισμα - μοίρασμα.  Το ημερονύκτιον 
                                       ως ημέρα - μέρα, το μοίρασε σε 360 μοίρες ή 1440 λεπτά.  Κάθε μοίρα θα είχε πλέον
                                       τέταρτα - τεταρτημόρια και κάθε τέταρτο 15 λεπτά της μοίρας, που θα είχε εξήντα λεπτά.  
                                       Με τον τρόπο αυτό δεν μετρήθηκε μόνον ο Ουρανός σαν σφαίρα αλλά και η Γη.  Μάλιστα η 
                                       περίμετρός της, στην ίδια θέση, θα ήταν αναγκαστικά 1440 φορές η απόσταση Άμφισσας - 
                                       Λιάκουρας Παρνασσού, όσο και η φαινομένη πορεία του Ηλίου στον Ουρανό σε ένα λεπτό 
                                       της ώρας.  Άρα το ένα λεπτό της ώρας θα αντιστοιχούσε σε ένα τεταρτημόριο μοίρας.  
                                             Έτσι προέκυψε ο αριθμός των μοιρών του κύκλου να είναι: 
                                             360 ΌΜΙΚΡΟΝ = ΆΠΟΔΕΣ = ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ = ΜΕΡΙΣΕ = ΔΙΑΝΕΜΗΘΗΚΕΣ = 
                                        ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΙ ΙΔΙΟΙ = ΚΙΟΝΙΣ (μικρή κολόνα) ΚΕΡΚΙΔΑΣ = ΕΠΙΒΛΗΘΕΙΣΑ = ΑΝΗΜΠΟΡΙΑ 
                                        = ΑΝΑΠΗΔΗΣΗ = ΑΝΑΒΟΛΕΑΣ = ΚΙΝΑΘΟΣ (το κατά μικρόν συντελεσθέν) ΕΠΕΙΣΙΝ 
                                        (πλησιάζει, ανεβαίνει, είναι, βρίσκεται, υπάρχει πάνω από κάποιον) = ΕΜΜΕΣΟ 
                                        ΕΛΛΙΠΕΣ = ΚΕΚΛΕΙΣΟ Ο ΑΔΕΙΟΣ = ΔΙΑΚΕΝΟΣ (ελεύθερος ενδιάμεσος χώρος) = 
                                        Η ΑΠΑΡΙΘΜΗΜΕΝΗ = ΜΑΛΑΚΙΝΣΗ Η ΘΕΤΙΚΗ = ΠΑΡΕΝΕΡΓΕΙΑ = ΕΙΚΟΝΕΣ = 
                                        ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΑΜΕ = ΠΡΟΒΟΛΗ = ΕΝΑΠΕΘΕΣΕ = ΕΞΕΠΕΣΕ = ΚΑΤΑΒΕΒΗΚΑ (έχω 
                                        κατεβεί) = ΚΆΘΙΣΟΝ = ΚΑΤΑΛΑΒΕ Η ΜΑΤΙΆ = ΗΜΑΤΊΑ (ημερήσια, κάθε μέρα)
                                        ΑΚΟΙΜΗΣΙΑ = Ό ΜΙΚΡΟΝ = ΚΕΡΔΑΡΙΟΝ = ΜΑΘΕΤΕ = ΚΑΘΗΓΗΤΑΙ = Η ΝΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑΣ 
                                        = Ο ΒΕΒΑΙΟΣ = ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ (εκ του θέω= περιβάλλω, περιτρέχω, λάμπω) = ΘΕΙΟΓΕΝΗΣ 
                                        = ΙΔΙΟΓΕΝΗΣ = ΙΕΡΟΠΟΙΕΙ = ΚΕΡΕΙΣΘΑΙ 
                                       (μέλλ.απαρ. του κείρω= κουρεύω, κόβω, αποκόπτω). 
                                                  Κάτι ανάλογο έγινε και με την μέτρηση του ωρολογίου.  Όμως εδώ τα 1440 λεπτά τα 
                                        χώρισε σε 24 ώρες εκ του ωραίος - ώριμος, ανάλογα με την θέση του Ηλίου στον Ουρανό. 
                                        Έδωσε πάλι 60 λεπτά στην ώρα και την χώρισε σε τέταρτα, συνδέοντας άμεσα τον κύκλο 
                                        με τον χρόνο και την σφαιρική Γη με τον σφαιρικό (στα μάτια μας) ουρανό.    
                                              Πως είναι δυνατό να τοποθετήθηκαν, αυτές οι σταθερές σε τόσο τέλεια αρμονικές θέσεις, 
                                        ακριβώς στην κάθετο του μεσημβρινού των 0 μοιρών και μάλιστα στο μοναδικό σημείο 
                                        επαφής των οπτικών κύκλων των δύο κορυφών Ολύμπου - Ταϋγέτου, δηλαδή την Άμφισσα 
                                        (αμφίς ίσα);   Είναι δυνατόν το Θείον να δημιούργησε αυτές τις φυσικές θέσεις κατά τέτοιο 
                                        τρόπο ώστε να οδηγήσει τον άνθρωπο στον σωστό τρόπο μέτρησης των διαφόρων ουρανίων 
                                        μεγεθών και κινήσεων;  
                                              Είναι άραγε αυτά τα «μεγέθη των Παρνασσών» που μας περιγράφουν ο Αριστοφάνης 
                                        και ο Σουϊδας;  Είναι άραγε οι Παρνασσοί και οι Λυκαβηττοί αυτοί που μας "δίδαξαν 
                                        χρηστά τα μέγιστα μεγέθη" των ουρανίων σωμάτων
                                                χαλά = λοφώδης προεξοχή της ξηράς στη θάλασσα (Σκροπονέρια, Ευβοϊκός)
                                             Εδώ βλέπουμε το σημείο της ένωσης της στεριάς με την θάλασσα, όπως ακριβώς μας το 
                                       περιγράφουν οι λέξεις στον αριθμό 632.  Όμως το σημείο αυτό απέχει ακριβώς 1 μοίρα από 
                                       την Άμφισσα και βρίσκεται στη απόλυτη ευθεία προς την Ανατολή.  Συνεχίζοντας στην ίδια 
                                       ευθεία, αυτοί οι περίεργοι Έλληνες, διέσχισαν τον Ευβοϊκό κόλπο όπου και διαπίστωσαν ότι 
                                       και αυτή η απόσταση ήταν 1/4 ή 15 λεπτά της μοίρας.     
                                     
                                                                      η πορεία από Άμφισσα μέχρι Ευβοϊκό 
                                            Προχωρώντας μάλιστα ανατολικότερα έφθασαν στην νήσο Χίο, όπου διαπίστωσαν ότι 
                                       βρήκαν στεριά ακριβώς στις 3 μοίρες από την Άμφισσα.  Συνεχίζοντας στην ίδια ευθεία, 
                                       διέσχισαν την Χίο και φθάνοντας στην θάλασσα βρήκαν ότι και πάλι είχαν διανύσει 1/4 της 
                                       μοίρας.  Αλλά η τελική έκπληξη τους περίμενε όταν έφθασαν στην πρώτη παραλία της Ασίας 
                                       και διαπίστωσαν ότι είχαν και πάλι διασχίσει στον κόλπο της Σμύρνης 1/4 της μοίρας θάλασσα 
                                       και εκεί που έφτασαν, η απόσταση ήταν στρογγυλές 4 μοίρες από την Άμφισσα ή 240 λεπτά 
                                       της μοίρας.  Ως εκ τούτου και η απόσταση ανάμεσα στις δύο πλευρές του Αιγαίου είναι ακριβώς 
                                       3 μοίρες. εφ' όσον ακολουθηθεί η γραμμή που βρίσκεται στο βόρειο μήκος 380 32’. 
                                            Φαίνεται λοιπόν ότι τα σημαντικότερα σημεία, επάνω στην γραμμή που αρχίζει από την 
                                       Άμφισσα και φθάνει στην Μικρά Ασία, είναι τοποθετημένα ανά τέταρτα της μοίρας (15') ως εξής:
                                             ΠΙΝΑΚΑΣ  ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ  ΑΠΟ  ΜΕΣΗΜΒΡΙΝΟ ΤΑΫΓΕΤΟΥ-ΟΛΥΜΠΟΥ
                                       Άμφισσα  Παρνασσός  Ευβοϊκός  Εύβοια    Χίος   Χερσ.Σμύρν.  ΚόλποςΣμύρν.  Μ.Ασία
                                             00             00 1/4             10         10 1/4     30 2/4           40                 40 1/4             40 2/4  
                                             Όμως η έκπληξή τους θα ήταν μικρότερη αν κάποιος μύστης τους είχε προειδοποιήσει ότι 
                                       στα 240 λεπτά θα έβρισκαν τα γραμμένα, αφού: 
                                             240 = ΓΡΑΜΜΕΝΑ = ΑΡΙΘΜΟΙ = ΜΟΝΟΙ = ΚΑΘΟΛΙΚΟΙ = ΝΟΜΟΙ = ΑΕΡΟΘΕΝ = 
                                       ΑΘΡΟΝΙ = ΑΠΟΚΑΘΗΜΑΙ (κάθομαι χωριστά, μακριά) = ΑΓΕΙΡΟΜΑΙ (συναθροίζομαι) = 
                                       ΑΓΕΛΑΣ Ό ΑΝΑΛΟΓΕΙ = ΔΙΑΒΑΖΕΙΣ = ΕΠΛΕΟΝ = ΚΑΛΟΕΡΓΙΑ = ΜΙΚΡΟ = ΒΡΑΒΕΙΟΝ 
                                       = Ό ΕΠΕΔΕΙΞΑ = Ό ΑΠΕΔΕΙΞΕ = Η ΛΑΑΣ (βράχος, πέτρα) = Η ΔΙΠΟΛΙΚΗ (με δύο πόλους) 
                                       = ΒΟΡΙΝΗ = Ή ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ = Η ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ = Η ΜΟΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ
                                              Για να διαπλεύσουμε τον κόλπο της Σμύρνης θα χρειασθούμε πάλι 1/4 της μοίρας.  
                                       Στην τελευταία αυτή διαδρομή υπάρχει επί του χάρτου μία μικρή απόκλιση από τα 15 λεπτά, 
                                       που ίσως οφείλεται σε κάποιες μεταβολές στα παράλια μετά την πάροδο χιλιάδων ετών.  
                                                                                   η πορεία από Άμφισσα μέχρι Σμύρνη 
                                                                                        η πορεία προς την μικρά Ασία
                                              Ας πάρουμε τώρα αφετηρία τον Όλυμπο και ας τραβήξουμε από εδώ την ευθεία προς 
                                       την Ανατολή.  Στην άλλη πλευρά του Αιγαίου θα διαπιστώσουμε ότι η γραμμή αυτή περνά από 
                                       τον Ελλήσποντο (λίγο επάνω από την Τροία) και στην συνέχεια της πορείας της συναντά το 
                                       όρος Όλυμπος της Μυσίας - Βιθυνίας, που βρίσκεται λίγο Νότια της Προύσας.  Η σύμπτωση 
                                       είναι πράγματι εντυπωσιακή.  Οι δύο Όλυμποι βρίσκονται ακριβώς επάνω στην ίδια μέτρηση 
                                       (40ο 05’ βόρειο) αλλά στις δύο αντίθετες πλευρές του Αιγαίου.  Μάλιστα η σύμπτωση αυτή θα 
                                       γίνει αδιανόητη όταν καταλάβουμε ότι τα δύο βουνά έχουν και το ίδιο 
ύψος.                                    Τέλος ας επανέλθουμε στην αφετηρία των μετρήσεων, στην ηλιακή κορυφή Ταλετόν του 
                                                     Ταϋγέτου.  Από το κέντρον αυτό του Λακωνικού κύκλου, η πορεία προς την ανατολή έχει 
                                                     συγκεκριμένα ονόματα.  Στις 90ο ακριβώς και εκεί που τελειώνει η στεριά, θα συναντήσουμε το 
                                                     Κυπαρίσσιον, όπου στην αρχαιότητα υπήρχε ασκληπιείο (ιερό του Ασκληπιού και συγχρόνως 
                                                     θεραπευτήριο).  Σε ένα τόσο σημαντικό μέρος ήταν αδύνατο να είχε δοθεί το όνομα ενός 
                                                     δένδρου, που ίσως καιγόταν ή κάποιος το έκοβε και εξέλειπε οριστικά η αιτία της ονομασίας.  
                                                           Εδώ οι Δωριείς φαίνεται ότι έδωσαν το όνομα Κυ-παρ-ίσιον που προέρχεται από το 
                                                     δωρικό Κει (εκεί) παρ(ά) ίσιον και βρίσκεται σε απόσταση μισής μοίρας από την κορυφή. 
                                                          Στον παρακάτω χάρτη βάλαμε σημάδια στη κάθετη γραμμή που ενώνει τα δύο ιερά 
                                              ηλιακά όρη, δηλαδή τον μεσημβρινό στις 0 μοίρες, κατά τους Έλληνες.  Σημάδια βάλαμε και 
                                              στα μετρημένα κομβικά σημεία προς την Ανατολή.  
                                  

































































                                                                                           


                                                       Βλέπουμε λοιπόν στον πίνακα ότι η πορεία, από την Άμφισσα προς την Ανατολή, δίνει την 

                                                    πρώτη μέτρηση (Παρνασσός) σε ένα τέταρτο της μοίρας.  Στην συνέχεια τα σημεία σταθμοί 
                                                    είναι η είσοδος και η έξοδος από την θάλασσα.  Υπάρχουν 8 κομβικά σημεία που απέχουν όλα 
                                                    μεταξύ τους σε αποστάσεις που μετρώνται αποκλειστικά σε τέταρτα της μοίρας.  Το γεγονός 
                                                    αυτό είναι αδιανόητο.  Εδώ μοιάζει η φύση να υποδεικνύει στον άνθρωπο τον τρόπο μέτρησης 
                                                    της Γης σε 1440 υποδιαιρέσεις (τεταρτημόρια) που ανά 4 θα αποτελούν ένα σύνολο (μοίρα).  
                                                                 Πως είναι δυνατό να τοποθετήθηκαν και οι δύο πλευρές του Αιγαίου σε τόσο αρμονικές 
                                                    θέσεις, ακριβώς στον παράλληλο που περνά από την Άμφισσα και τον Παρνασσό;  Πως είναι 
                                                    δυνατόν το Θείον να δημιούργησε αυτές τις φυσικές θέσεις κατά τέτοιο τρόπο ώστε να οδηγήσει 
                                                    τον άνθρωπο στον σωστό τρόπο μέτρησης των διαφόρων μεγεθών;  Είναι άραγε αυτά τα 
                                                    «μεγέθη των Παρνασσών» που  μας περιγράφουν ο Αριστοφάνης και ο Σουϊδας;  
                                                           Αν κοιτάξουμε λοιπόν στον χάρτη μας τα τρία βασικά σημεία της γραμμής Βορρά - Νότου 
                                                    (Όλυμπος - Άμφισσα - Ταϋγετος) και τις αντίστοιχες γραμμές προς την Ανατολή, τότε θα 
                                                    καταλάβουμε ότι έχουμε μπροστά μας ένα απίστευτα μελετημένο γεωγραφικό - γεωδαιτικό - 
                                                    γεωμετρικό σύστημα, που επαληθεύεται πλήρως από τις θέσεις και τα τοπωνύμια των 
                                                    σημαντικών του σημείων.  
                                                     
                                                       Συνεχίζεται ...                                                                     
                                                                                                                    Άγνωστος Χ



1 σχόλιο: